frear
M240 with Tele-Elmarit 1:2.8/90mm

Ο Παπαδιαμάντης η Ελλάδα και ο κόσμος μας – κριτική της Ανθούλας Δανιήλ

Γιάννης Κιουρτσάκης
Ο Παπαδιαμάντης η Ελλάδα και ο κόσμος μας
Διάλογος φιλίας με τον Λάκη Προγκίδη
Εκδ. Πατάκη, 2018

Δημιουργείς άρα υπάρχω. «Να γιατί γράφω τούτο το βιβλίο που είναι για μένα μια ανοιχτή επιστολή ή καλύτερα ένας ανοιχτός διάλογος με πολλούς παραλήπτες», λέει ο γνωστός για την αγάπη του στην παράδοση και τις μεγάλες αξίες της ζωής του, ο συγγραφέας Γιάννης Κιουρτσάκης.

Η αφορμή για το βιβλίο του, Ο Παπαδιαμάντης η Ελλάδα και ο κόσμος μας και για τον «Διάλογο φιλίας με τον Λάκη Προγκίδη» είναι η  μελέτη  του Προγκίδη για τον Παπαδιαμάντη, με τον οποίο συνομιλεί , επί της ουσίας μονολογει, πάνω στις απόψεις εκείνου και τα θέματα ξεδιπλώνονται από σελίδα σε σελίδα∙ ο Παπαδιαμάντης, η Ελλάδα το μυθιστόρημα, η ζωή, η αισθητική, η πρόοδος, ο κόσμος μας σήμερα.

Κι ενώ, από τη μία, θεωρεί τη μελέτη σταθμό, για την πρωτότυπη αισθητική που εγκαινιάζει, από την άλλη αισθάνεται αμηχανία με τις καινοφανείς απόψεις το φίλου του. Γιατί ο Προγκίδης είναι  «παράδοξος κριτικός», δηλαδή «στοχάζεται παρά την δόξαν, ενάντια στην κοινήν γνώμην», έχει όμως «σκάψει με αληθινή αγάπη» τα κείμενα και θεωρεί την αισθητική παιδί της αίσθησης. Η κριτική του φέρνει στο φως ευρήματα ανυποψίαστα και απρόβλεπτα για τους άλλους –πιθανότατα και για τον ίδιο το δημιουργό – που είναι ωστόσο, πράγματα υπαρκτά στα τρίβαθα του έργου. Το πραγματικό έργο τέχνης, λέει ο Κιουρτσάκης,   «ενσταλάζει» μέσα μας τις ανάγκες που θα το ολοκληρώσουν και το ίδιο ως έργο και θα το καθιερώσουν ως αναγκαίο στον κόσμο μας. Κι επειδή η κριτική μπορεί να γίνει η απάντηση (απάντηση= απόκριση, συνάντηση) του κριτικού στον δημιουργό, δηλαδή βαθύτατη επικοινωνία, το κριτικό έργο, αν και δευτερογενές, μερικές φορές  είναι και σπουδαιότερο, φανερώνοντας τις ανάγκες που υπήρχαν μέσα μας.

 

Ο Κιουρτσάκης σχολιάζει του εορτασμούς για τον Παπαδιαμάντη. Δεν  αύξησαν το αναγνωστικό του κοινό. Η νοσταλγική ανάγνωση είναι παγίδα, γιατί είναι σαν μιλάει για έναν κόσμο που δεν υπάρχει… που «βούλιαξε σαν την Ατλαντίδα». Η επίκληση στην παράδοση είναι εθελοτυφλία. Η ελληνοχριστιανική ταυτότητα έχει διαβρωθεί από τον αφέντη και κάτοχο της φύσης. Η ανθρωπολογική χωματερή είναι παγκόσμια, το παπαδιαμαντικό έργο όμως είναι οικουμενικό και «απαντάει με τον τρόπο του στους φόβους και τις έγνοιες  μας, που είναι  σήμερα φόβοι και έγνοιες του κάθε ανθρώπου σ’ όλη την οικουμένη», όπως η «οργιώδης εκμετάλλευση της φύσης, η προγραμματισμένη και ελεγχόμενη λήθη του παρελθόντος, η μάστιγα της υποχρεωτικής προόδου και το αβυσσαλέο μεταφυσικό έλλειμμα του ανθρώπου».

Ο αναγνώστης του Κιουρτσάκη αντιλαμβάνεται αμέσως την αγάπη του για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη αλλά και το ενδιαφέρον του γα τις απόψεις του φίλου του Λάκη Προγκίδη, ο οποίος ξεφεύγει από τις τρέχουσες ταμπέλες, τις οποίες του έχουν κρεμάσει οι κατά καιρούς κριτικοί, ελαφρά τη καρδία, πολλές φορές, όπως εκείνοι που τον θέλουν∙ «άγιο», ξεχνώντας τον άνθρωπο. Λογοτέχνη περιορισμένον στον μικρόκοσμο της Σκιάθου ή στη φτωχογειτονιά της Αθήνας, ενώ εκείνος δεν περιορίζεται από σύνορα. Υπάρχουν και οι άλλοι που διαβάζουν διαστρεβλωτικά για να  δικαιολογήσουν δικές τους στρεβλές σκέψεις (φανερώνοντας τις ανάγκες που εκείνοι έχουν μέσα τους), κι εκείνοι που θέλησαν να μας διαφωτίσουν για σκοτεινές πλευρές, αν υπάρχουν τέτοιες και αν δεν είναι ίδιες με οποιουδήποτε άλλου που δεν είχε την τύχη να είναι «άγιος». Άλλοι ψάχνουν τα μυστικά που κρύβει η ψυχή του,  αλλά το έμπειρο «μάτι του τραμπούκου», κατά την έκφραση του Νίκου Εγγονόπουλου, ανακάλυψε και ξεσήκωσε όλη την ψυχανάλυση για να ερμηνεύσει το φαινόμενο, και σαν Μαινάδες στον Κιθαιρώνα κυνηγάνε όλοι μαζί το λιονταράκι, έτσι για να τσιγκλήσουν τον ενδιαφέρον του κοιμώμενου αναγνώστη, να κάνουν εντύπωση, να μας διαφωτίσουν, τέλος πάντων, εμάς όλους που δεν πήραμε είδηση τι απωθημένα είχε, γιατί αυτό και όχι εκείνο, παραγνωρίζοντας πως και ο Παπαδιαμάντης υπήρξε μικρό παιδί, έφηβος, νέος άντρας και ώριμος και δεν γεννήθηκε κατευθείαν «άγιος» και κατευθείαν «ώριμος» και πως ήταν κι αυτός ένας  άνθρωπος που πόνεσε βαθιά, καθώς λέει ο Σεφέρης για τον Οδυσσέα. Και στο τέλος τέλος είχε και αυτός το δικαίωμα να ζήσει όπως ήθελε –λιτά, απλά, διαβάζοντας, ψέλνοντας, πίνοντας- πολύ πριν από τους χίπις και πολύ μετά από τον Χριστό. Μακριά από το σύστημα, αλλά κοντά στον άνθρωπο, στη φύση, στον Θεό, όπως εκείνος τον εννοούσε, και κανέναν δεν ενόχλησε. Μόνος∙ γιατί έτσι του άρεσε. Όπως γράφει ο Κιουρτσάκης, ο Παπαδιαμάντης «γύρισε από νωρίς την πλάτη στον κόσμο της δικής του εποχής, τον διψασμένο ήδη από τότε για χρήμα, δημοσιότητα και μάταιη δόξα» και επ’ αυτού έχει εκτενή αναφορά ο Ελύτης στη Μαγεία του Παπαδιαμάντη. Και συμφωνούμε απολύτως με την άποψη ότι «το να ζητάμε να  γίνει γνωστός ο Παπαδιαμάντης σε όλον τον κόσμο σημαίνει να γίνει άξιος αυτός ο κόσμος να δεχτεί τον Παπαδιαμάντη».

Ο Προγκίδης υποστηρίζει ότι «η φύση … έχει τα θεμέλιά της στην αισθητική της [χριστιανικής] ενανθρώπισης και όχι σ’ αυτή του [παγανιστικού] ανθρωπομορφισμού», με «σημαντικό εκπρόσωπό της τον Σικελιανό». Ο  Κιουρτσάκης του απαντά ότι αυτό συμβαίνει σε όλους του μεγάλους: Σολωμό, Σεφέρη, Ελύτη, με εξαίρεση τον Καβάφη. Παραμένει αδιακρίβωτο αν η φύση είναι πλήρης Θεού ή ο Θεός πλήρης φύσεως.

Επιλέγω συνοπτικά σκέψεις: Η «εκ των άνω επιβολή της ανεξίθρησκης εκπαίδευσης… κι ολοένα και πιο αποχριστιανισμένης Ευρώπης» είναι πλέον μεθοδευμένη. Το σχολείο ετοιμάζει τον μελλοντικό καταναλωτή και όχι το κοινωνείν και το φιλεύειν  που συγγενεύει με τον συμφιλείν της Αντιγόνης, πέντε αιώνες πριν από τον Χριστό. Ο Δον Κιχώτης ενσαρκώνει τη σχιζοφρένεια του σύγχρονου πολιτισμού. «Το μυθιστόρημα είναι το αντιστικτικό σύμπαν στον κόσμο της προόδου» ή  «Το μυθιστόρημα υπάρχει χάρη στην πρόοδο και εξ αιτίας της προόδου».

Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη η φυσική ροπή του ανθρώπου για ισχύ και εξουσία οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο. Στον κόσμο του Ομήρου  η φιλία, η μήνις, η έρις,  ανθίζουν από αγάπη για τα πρωτεία. Η συνύπαρξη της φιλίας και έχθρας, αγάπης και μίσους υπάρχει πάντα στους ανθρώπους και σήμερα και χθες. Το τραγικό στοιχείο της ύπαρξης υπάρχει μέσα μας.

Ο Κιουρτσάκης θεωρεί την καλλιτεχνική δημιουργία ύψιστη φανέρωση της ανθρωπιάς του ανθρώπου. Η μυθιστορηματική γνώση είναι κέρδος, η θεια Αχτίτσα στη «Σταχομαζώτρα»… μπολιάζει την παγκόσμια πεζογραφία «με μια μοναδική καλλιτεχνική ιδιομορφία, η πηγή της οποίας … είναι ο βαθύτατα λαϊκός νεοελληνικός πολιτισμός μας», που είναι θεμελιωμένος πάνω στο «ελληνοχριστιανικό σύμπλεγμα». Η Ακριβούλα στο «Μυρολόγι της φώκιας» πνίγηκε χωρίς κανείς να την πάρει είδηση και να την μοιρολογήσει. Η φύση όμως έκανε για κείνην ό,τι δεν μπόρεσαν οι άνθρωποι.

Κι ακόμα μας λέει ότι οι σύγχρονοι δεν έχουμε τα κριτικά εργαλεία για να προσεγγίσουμε την καλλιτεχνική ιδιομορφία του Παπαδιαμάντη. Την «ειρωνική αμφισημία της» που είναι η τέχνη και η ζωή στην ολότητά της,  ότι το διήγημα «Υπό την βασιλική δρυν» είναι τρία σχολεία μαζί: η «Ιερά Ιστορία», το ελεύθερο διάβασμα και σχολείο της λαϊκής παράδοσης, ασύμβατες, ετερόκλητες, αντιφατικές φαινομενικά καταστάσεις που συμπορεύονται και μέσα τους  συνηχούν «οι σάλπιγγες της κοινής πίστης», της «ατομικής περιέργειας» και της λαϊκής σοφίας».

Ο συγγραφέας κάνει λόγο για τις αντιφάσεις του κόσμου μας, για τα δεινά του παρελθόντος τα οποία θεωρεί πολύ μεγαλύτερα από την ανθρωπολογική έκπτωση του παρόντος.  Για την 21 Απριλίου του ’67, από τη μεριά της χούντας: πτώμα. Από τη μεριά του Κυρ Αλέξανδρου : άνθιζε κι ευδοκιμούσε.

Το ενδιαφέρον του Προγκίδη για τον Παπαδιαμάντη ξύπνησε μέσα του στη δεκαετία του ’60, όταν άρχισε να νοιώθει την κενότητα της κοινωνίας του. Όταν όλα γίνονται θυσία στο όνομα της Προόδου, μιας Προόδου που οδήγησε σε ναυάγιο το δυτικό αστικό πολιτισμό, που είχε ήδη χλευάσει ο Φλωμπέρ και ο Προυστ, και του οποίου η μία πηγή ήταν η αριστοκρατία και η άλλη ο λαός, όπως έλεγε ο Καμύ. Mόνο που ισχύουν δύο αντιφάσεις. Από τη μια οι λαοί  έχουν γίνει ψυχικά κουρέλια και από την άλλη ο λαός έχει αγκαλιάσει τον Παπαδιαμάντη ως μέρος της ψυχής του.  Ωστόσο, όλη τη δημιουργία,  σε όλους τους τομείς της τέχνης, την αντιλαμβάνεται  σαν «κραυγή αγωνίας στην τερατογονία  της Προόδου. Ο άνθρωπος είναι κάτι άλλο από αυτό που αγωνίζεται να τον μετατρέψει η πρόοδος και η επιστήμη. Για τον Παπαδιαμάντη η παράδοση είναι το καμίνι «το άσβεστο καμίνι της δημιουργίας που καμία πρόοδος δεν μπορεί να υπερκεράσει».

Συνοψίζω:

Ο Παπαδιαμάντης μυθιστορηματοποιεί τη μυθολογία. Τη ζωντανεύει υπαρξιακά. Τη φωτίζει από μέσα, από τη μεριά της ατομικής εμπειρίας,  σαν να έχει φωλιάσει στην ψυχή του ήρωα ο ίδιος ο Δίας και σαν να παρακολουθούμε, εμείς οι αναγνώστες… τον διάλογο με τους αιώνες που έρχονται από το μέλλον». Εντοπίζεις την ίδια ενιαία και δισυπόστατη αισθητική αρχή, την ίδια αρμονική σύζευξη ελληνισμού και χριστιανισμού στο  ‘‘τραγικό-χριστιανικό σύμπλεγμα’’», όπως φαίνεται στο «Μυρολόγι της φώκιας», όπου ο αρχαίος μύθος δίνει τη θέση του στο τυχαίο και οι πρωταγωνιστές έχουν γίνει πρόσωπα του χορού. Το τραγικό, το παγανιστικό, το χριστιανικό, το παραδοσιακό το μοντέρνο, όλα συνυπάρχουν. Η συλλογική δημιουργία έχει διαποτίσει την επίσημη, αλλά συμβαίνει και το αντίστροφο, όπως αυτό διαπιστώνεται σε ολόκληρη την ελληνική δημιουργία από τον Όμηρο και τον Αισχύλο και στους νεότερους Σολωμό, Σικελιανό, Σεφέρη, Ελύτη  και φυσικά Παπαδιαμάντη. Και οπωσδήποτε δεν είναι μόνο η τέχνη αλλά είναι και η ίδια η ζωή και οι άνθρωποι που έχουν πλαστεί γενιές και γενιές επί αιώνες στην ίδια ελληνοχριστιανική μήτρα.

Τελικά ο Κιουρτσάκης έγραψε το βιβλίο του για να  «φιλέψει» με τους προβληματισμούς, του που απορρέουν από τα αγαθά της συγγραφής του, τον φίλο που αγαπά και του χαρίζει κάτι από τον εαυτό του, όπως ο βοσκός ο Κωστής, στη νησί, το φίλεψε από τα αγαθά της στάνης του και της ψυχής του, δίνοντας στο ρήμα «φιλεύω» την αληθινή του διάσταση.

Τελικά, με τη θέση του Προγκίδη και την αντίθεση του Κιουρτσάκη καταλήγουμε στη σύνθεση: Όσο κι αν ο μικρόκοσμος της Σκιάθου ή της φτωχογειτονιάς της Αθήνας δίνει την αφορμή,  ο Παπαδιαμάντης την αιτία την έχει από τον κόσμο και τα προβλήματά του∙ αιώνια και παγκόσμια.

 

 

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: