Αρχοντούλα Διαβάτη, Όπως η Μπερλίνα, εκδ. Νησίδες 2017.
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ;
Όπως η Μπερλίνα. Όπως η Αρχοντούλα Διαβάτη. Πού πάει να πει αληθινά, με χιούμορ και με αυτογνωσία. Που πάει να πει ειλικρινής κατάθεση ψυχής. Που πάει να πει ποιήματα απλά, συγκινητικά, χωρίς μεγάλους κραδασμούς, χωρίς υψιπετείς και μελοδραματικούς τόνους, χωρίς εξάρσεις και φαμφάρες. Με τον τρόπο των διηγημάτων και των αφηγημάτων της πεζογράφου Αρχοντούλας Διαβάτη. Που αποπειράται εδώ να χειριστεί τον ποιητικό λόγο. Κρατώντας τις αρετές του πεζογραφικού. Ευκρίνεια, δομή, σύλληψη, ανθρώπινες καθημερινές ιστορίες, νοσταλγία, ομορφιά. Κινηματογραφικές σεκάνς που εναλλάσσονται. Μία εξομολόγηση προσωπική που γίνεται καθολική καθώς οι εικόνες της ποιήτριας, οι φέτες δικής της ζωής που μας παραχωρεί με γενναιοψυχία γίνονται και δική μας ζωή, αφού τελικά όλες οι ζωές των ανθρώπων μοιάζουν απελπιστικά μεταξύ τους.
Ταυτόχρονα όμως με τις πεζογραφικές αρετές, διακρίνουμε και τις ποιητικές. Ρυθμός που αρχίζει από το πρώτο ποίημα και τελειώνει στο τελευταίο. Εσωτερική ενότητα ανάμεσα στα ποιήματα που αφηγούνται τελικά μία και μόνο ιστορία, την ανθρώπινη ζωή με το πάθος, τον πόθο, την αρρώστια, την φθοροποιά καθημερινότητα, την γραφή, τις σχέσεις μας με τους άλλους, την σχέση με τον εαυτό, τον φόβο του θανάτου. Ανάμεσα στα πεζογραφικά στοιχεία των ποιημάτων της Αρχοντούλας παρεμβάλλονται και εικόνες μεγάλης ποιητικής δύναμης: όπως
Κι η νύχτα κρέμεται ακόμα/στις κουρτίνες/στάζοντας ανάλγητη
Στις απέραντες ερήμους του απογεύματος/
Καθώς πλέανε ανώνυμοι στον ύπνο
Τι είναι όμως η Μπερλίνα; Η ίδια η συγγραφέας με αστερίσκο στο ομώνυμο ποίημα μας παραπέμπει σε ένα παραδοσιακό παιδικό παιχνίδι. Στόχος του ήταν να μεγαλοποιήσει κάποια χαρακτηριστικά του παίκτη για να γελάσουν όλοι. Ένα παιδί επιλέγεται με κλήρο να είναι η Μπερλίνα και αυτό θα κάτσει στο κέντρο του κύκλου. Ένα άλλο παιδί θα είναι ο ταχυδρόμος. Τα υπόλοιπα παιδιά λεν στο αυτί του ταχυδρόμου ένα χαρακτηριστικό του χαρακτήρα ή της εμφάνισης της Μπερλίνας. Ο ταχυδρόμος πρέπει να της το μεταφέρει, χωρίς να της φανερώσει το όνομα του παιδιού που το είπε και η Μπερλίνα πρέπει να καταλάβει ποιο είναι το παιδί. Η στιχομυθία μεταξύ τους είναι η εξής:
Ταχυδρόμος: Πέρασα από την αγορά και έμαθα πολλά καλά και κακά για σένα.
Μπερλίνα: Τι άκουσες; Πες μου.
Ο 1ος μου είπε…., ο 2ος μου είπε… , ο 3ος μου είπε…, Ποιος είναι ποιος; Μάντεψε!». Στην διάρκεια του παιχνιδιού όλα τα παιδιά εναλλάξ θα περάσουν από την θέση της Μπερλίνας και θα ακούσουν τι έχουν να πουν τα άλλα παιδιά και γι αυτά τα ίδια. Ένα παιχνίδι που εξασκεί τα παιδιά στην τέχνη του γνήσιου κουτσομπολιού, της κουβέντας δηλαδή που, στην παραδοσιακή κοινότητα, έδενε την ομάδα και ισχυροποιούσε τους δεσμούς της, χωρίς να προσβάλλει.
Άλλωστε μια από τις επικρατέστερες ετυμολογικές ερμηνείες για το κουτσομπολιό είναι ότι προέρχεται από το «κόφτω» και «μπολιάζω». Ένα σοφό παιχνίδι όπως τα περισσότερα παιδικά παιχνίδια, σκληρό και αληθινό που θυμίζει μορφές σύγχρονων ψυχοθεραπευτικών ομάδων, όπου ο καθένας καλείται να εκφράσει τα αληθινά του αισθήματα προς τον άλλο. Ένα παιχνίδι όπου κάτω από το γέλιο και τα πειράγματα υπάρχει μεταμφιεσμένη η αλήθεια. Ένα παιχνίδι κοινωνικής κριτικής. Ένα δημόσιο παιχνίδι που συμβαίνει σε μία αγορά. Όπου η Μπερλίνα εκτίθεται στην γνώμη των υπολοίπων, όπου καλείται να φανταστεί και να μαντέψει και να αποτιμήσει. Όμως η δημόσια έκθεση, το κόφτω και μπολιάζω, η μαντική, η φαντασία, η απομόνωση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών, η μεγιστοποίησή τους, η μεγέθυνση που θα προκαλέσει γέλιο αλλά και πόνο, η αλληλεπίδραση με τους άλλους, η αλήθεια, πόσο πραγματικά όλα αυτά τα στοιχεία μοιάζουν με την γραφή της Αρχοντούλας Διαβάτη; Ένα παιχνίδι Μπερλίνα είναι και όλη η γραφή. Εξομολόγησης και αλληλεπίδρασης, επινόησης και μπολιάσματος του προσωπικού βιώματος στο καθολικό. Η ποιήτρια και οι φίλες της, φανταστικοί και αληθινοί χαρακτήρες που στροβιλίζονται σε έναν κύκλο, η συγγραφέας με τους αναγνώστες της, hypocrite lecteur, mon semblable, mon frère, όλοι εναλλάσσονται σε ένα παιχνίδι αλήθειας και ψέματος, γέλιου και πόνου, όπου κάποτε στην θέση της Μπερλίνας είναι ο ίδιος ο θάνατος, η απουσία και η απώλεια. Από το ομώνυμο ποίημα Μπερλίνα διαβάζω:
Πέρασα από την αγορά και έμαθα πολλά καλά για σένα/Ιωσηφίνα, Παναγιώτα και Μαρία …και πιο κάτω: χωρίς αναγγελία/ο θάνατος της μιας τους φίλης/και πάλι τα συμβάντα μετά:/ένα αφήγημα χωρίς εξάρσεις./Φιλοσοφούν για τον καιρό, τα γηρατειά/για τους γονείς στα τελευταία τους/για τα παιδιά και για τα εγγόνια/μαυρόασπρες φωτογραφίες ξεφυλλίζοντας/κανονικά σαν λεύκωμα
Μέσα στην ποιητική αυτή συλλογή όπως και σε όλο το πεζογραφικό της έργο η Διαβάτη αποτυπώνει σπαράγματα από μία ξεχασμένη παιδική ηλικία με τα παραδοσιακά της παιχνίδια, με το κρυφτό ή το κυνηγητό, με κάλαντα και καλούδια, με γεύσεις και αρώματα και μνήμες ξεχασμένες που αναβιώνουν. Υπάρχουν οι σκιές των γονέων, υπάρχει ένα λούνα παρκ, υπάρχει αγάπη. Διάχυτη, έκδηλη, σε διαφορετικές μορφές. Υπάρχουν οι φίλες, που στιγμιαία γίνονται καθρέφτης και γεφυρώνουν την μοναξιά. Στιγμιαία όμως η εγκαρδιότητα του εμείς. Πικρή μοίρα της ανθρώπινης φύσης η μοναξιά σύμφωνα με την ποιήτρια.
Στην ποιητική συλλογή αυτή θα επισκεφτούμε ακόμα το παλιο παντοπωλείο του Καχριμάνη, ή το μαγαζί του Δημήτρη του Μπέρδε. Εκεί υπάρχει ακόμα εν εξελίξει μία συνάντηση από το παρελθόν η καλύτερα με το ίδιο το παρελθόν που εκκρεμεί. Υπάρχει όμως και κάτι, αυτό το ασχημάτιστο, αδιαμόρφωτο, ανερμήνευτο κάτι, πνοή ανοιξιάτικου αέρα, η ζωή που δεν ζήσαμε, το παρελθόν που δεν
ΚΛΑΜΑ/Σαν κάπου να’χω ξεχασμένο/Κάτι δικό μου/Που με καλεί/Και κλαίει δυνατά μέσα στη νύχτα/Ποίημα, παιδί, αγάπη
όμως και το παρόν που ’ναι:
Αντηλιά, παιδικές φωνές και ήλιος που χρυσίζει/βάζουν σε κάδρο το απόλυτο μυστήριο του παρόντος. Θέλεις να φωνάξεις «Παρών»/και ν’ ανοιχτείς στον κόσμο (Από το ποίημα «Παρών»)
Αυτή η γοητευτική αντίθεση της κατάφασης αυτής της ζωής με την νοσταλγία κάποιας άλλης, μίας διαφορετικής εκδοχής που φαντάζει ίσως πληρέστερη, συγχωνεύονται στα ποιήματα της Διαβάτη και θα έλεγα ότι αποτελούν και την κινητήρια δύναμη της γραφής της.
Ο έρωτας στην συλλογή αυτή είναι αθόρυβος, υπόκωφος, διαδραματίζεται σε έρημα απογεύματα, σε σιδερένια κρεβάτια, φοράει εσώρουχα μακριές σκιές μέχρι τα γόνατα, πλέει μέσα σε ύπνους, κατοικεί αλλού. Είναι κομμάτι μιας άλλης ζωής, ενός άλλου παιχνιδιού Μπερλίνας, όπου όλοι ήμασταν νεώτεροι, πιο αθώοι, πιο έτοιμοι, πιο ανοιχτοί.
Τώρα υπάρχει πια και ένας ξενοδόχος. Που τελειώνει, που ορίζει, που μας απομονώνει. Που παίρνει τους ανθρώπους μακριά.
Τι θα ψιθυρίσει τώρα πια ο ταχυδρόμος στο αυτί της Μπερλίνας;
Ότι αυτό είναι τελικά το παιχνίδι. Και καιρός να αντέξουμε να το παίξουμε. Μέσα από τη γραφή. Μέσα από την ποιητική συλλογή της Αρχοντούλας Διαβάτη.
Όπως η Μπερλίνα. Όπως η Αρχοντούλα.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]
Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.