Το κοριτσάκι στην εικόνα του εξωφύλλου (από τον πίνακα του Charles Edward Wilson) ονειροπολεί, στοχάζεται, μελαγχολεί και θλίβεται ή μήπως ετοιμάζεται να γράψει ποίηση; Όλα αυτά κι άλλα πολλά συμβαίνουν στην ποιητική συλλογή «Ανάδοχοι Καιροί» της Πηνελόπης Γιώσα. «Ανάδοχοι Καιροί», ένας τίτλος ανοικτός και πολύσημος που μας καλεί και μας προκαλεί να τον γνωρίσουμε, να τον ερμηνεύσουμε. Καιροί ανάδοχοι της εποχής μας, καιροί γεμάτοι διαψεύσεις, οδύνη, έρωτα, αποχωρισμούς αλλά και ομορφιά, νοσταλγία και ελπίδα κάποτε…
Τα ταξίδια της μνήμης («Στη θάλασσα της μνήμης /να μην δειλιάζεις ούτε στιγμή…») και το χρονομέτρημά τους («Τα χρόνια μου φοράν πατίνια/κι εγώ ψηλοτάκουνα./Πώς να τα προφτάσω/Πώς να επέλθει η σύγκλιση;») είναι πηγή έμπνευσης για την ποιήτρια. Χαρακτηριστικοί οι στίχοι στο ποίημα «Ενηλικίωση», όπου:
«Οι δάσκαλοι που γέρασαν
οι γονείς που απέκτησαν ανάγκες δεκανίκια
θυμίζουν ανελέητα τα τριάντα ορφανά χρόνια μου
που ξεπαγιάζουνε γυμνά έξω απ’ την πόρτα»
Μέσα από δυνατές εικόνες, αναπόληση και αναστοχασμό, η Πηνελόπη Γιώσα συχνά καταλήγει σε υπαρξιακά ερωτήματα και διαπιστώσεις όπως στα ποιήματα «Ενηλικίωση» , «Εικόνα Δειλινού» και «Η Συκιά», ποίημα εξαίρετης ποιητικής εικονοποιίας.
«..Ει εσύ συκιά
κυρά του περβολιού
γεννοβολάς ετοιμόγεννα πουγκιά ηδυπάθειας
μικρά χαρτζιλίκια του ελεήμονος Θεού»
Ο κοινωνικός σχολιασμός με μια υποδόρια ειρωνεία που συχνά αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση χαρακτηρίζει επίσης την ποιητική γραφή της Πηνελόπης Γιώσα και συναντάται κυρίως στα ποιήματα «Υπόκλιση», «Ο Πολύφημος » «Αναξιοκρατούντες» «Το άφρον γήρας», και «Το Οίδημα», με χαρακτηριστική στο τελευταίο αυτό ποίημα τη στροφή:
«Αυτοάνοσο νόσημα η αλαζονεία
απόστημα πολλών απωθημένων.
Μάταιο είναι να την κρύβεις
μ’ έναν απλό επίδεσμο»
Και κάπου αλλού, στο ποίημα «Αναξιοκρατούντες» στηλιτεύει την ύπαρξη αυτών που «ολοένα τριγυρνούν σε αξιώματα και θώκους» καταλήγοντας με τους στίχους:
«Ίσως παραχωρήσουμε μια λωρίδα ουρανό και για κείνους
να’ χουν να στερεώσουν κάπου
κι οι διάττοντες αστέρες
το πέρασμα τους»
Έτσι, οι ανάδοχοι καιροί κινούνται σε «Αμαρτωλές Πολιτείες» «σε φόντο απαστράπτοντος υλισμού» που περιγράφονται με στίχο έντονων έως συγκλονιστικών εικόνων όπως
« Κι η άσφαλτος να στρώνεται σαν κόκκινο χαλί
για να περνούν κάθε λογής αιλουροειδή
που τρέφονται με κόπρο του Αυγεία
και ξερατό μεσ’ απ’ τα σωθικά της γης»
Ένα άλλο σημαντικό μοτίβο που επανέρχεται στα ποιήματα της συλλογής είναι αυτό της μοναξιάς και του φόβου για τη μοναξιά ,του σκοταδιού που την περιβάλλει καθώς και του ανεκπλήρωτου ονείρου μαζί με τη ματαιότητα της ύπαρξης. «Τ’ ανεκπλήρωτα όνειρα πεθαίνουν πάντα /απόμερα σαν γέρικα σκυλιά».
Χαρακτηριστικά είναι τα ποιήματα «Ψυχανέμισμα» όπου η μυρωδιά της μοναξιάς είναι παντού, «Παραίτηση» και «Αποχαιρετισμοί» όπου το ποίημα καταλήγει με τους στίχους:
«Άραγε έτσι να’ ναι τα προεόρτια της μοναξιάς
και του θανάτου η πικρή πρόγευση;»
Ένα ποίημα που έχει σχέση με δυο αγαπημένα μοτίβα της ποίησης της Πηνελόπης Γιώσα είναι αυτό με τον τίτλο «Νύχτα Επιστροφής» όπου μνήμη και μοναξιά αλληλένδετα καθορίζουν την ύπαρξη «στραβά ρίχνοντας στον ώμο /τις τσαλακωμένες απ’ τον χρόνο μνήμες»
Στην ποιητική γραφή της Πηνελόπης Γιώσα υπάρχει επίσης ένα αρμονικό συνταίριασμα στοχαστικού ρομαντισμού που αγγίζει τα όρια του ρεαλισμού – όσο οξύμωρος και αν φαντάζει ο χαρακτηρισμός αυτός – ο αναγνώστης το συναντά στα ποιήματα όπως «Η Υστεροφημία του πόθου» και «Αυτός ο έρωτας» που
«..δε θα γνωρίσει ποτέ την Άνοιξη
Ζει μες στο Φθινόπωρο
κάτω από κουμπωμένα πανωφόρια»
και προχωρεί εκεί που η σύγχρονη ρότα της ζωής μάς έχει καθηλώσει
«Γιατί κι οι δυο αρκούμαστε
σ΄ ένα γοργό συναπάντημα των χνώτων
σε μια συνεύρεση, επιπόλαια, βιαστική».
Την ποιήτρια απασχολεί επίσης η διεργασία της ποιητικής γραφής , η αυτονομία και το ανεξήγητο της έμπνευσης . Αναρωτιέται με τρόπο παραστατικό στο ποίημα «Η Φλέβα»
«Αυτή τη μικρή φλέβα στα δεξιά του καρπού
πώς να την πειθαρχήσω
που έξαλλη τινάσσεται και χτυπά
κάθε φορά που σμίγει με την πένα;»
Με το ποίημα «Θα σου πω ένα παραμύθι» που κλείνει το ποιητικό μας ταξίδι σε ανάδοχους καιρούς, η ποιήτρια, με αφετηρία τα παραμύθια και τους μύθους του Αισώπου, αναπολεί με νοσταλγία τον καιρό που πίστευε στα παραμύθια αλλά και στηλιτεύει αιχμηρά το παρόν με τις ανατροπές , την ασχήμια και τη σκληρή πραγματικότητα του.
Η Πηνελόπη Γιώσα από την πρώτη της ποιητική συλλογή (Ενδόμυχα 2011)είχε δώσει δείγματα γραφής της ποιητικής πορείας της. Με την ποιητική της συλλογή Ανάδοχοι Καιροί οδεύει στην ποιητική της ωρίμανση χωρίς να χάνει τη φρεσκάδα και την πρωτοτυπία της προχωρώντας σε μια ξεχωριστά δική της ποιητική φωνή.