frear

5 ποιήματα – του Έντουαρντ Χιρς

Μετάφραση: Κώστας Λιννός

Ο ΑΠΕΡΑΝΤΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ

Είμαι τόσο μικρός περπατώντας στην ακρογιαλιά
τη νύχτα κάτω απ’ τον απέραντο ουρανό.
Η υγρή άμμος ζωντανεύει κάτω απ’ τα πόδια μου
και τα κύματα επιτίθενται βίαια στην ακτή.

Απομακρύνομαι απ’ τον παράκτιο δρόμο περιπάτου
με τις πολύχρωμες σερπαντίνες των ανθρώπων
και τα ξενοδοχεία με τα τρεμουλιαστά τους φώτα.
Ο άνεμος αναστενάζει για εκατοντάδες μίλια.

Εξαφανίζομαι τόσο μακριά μες στο σκοτάδι
έχω χαθεί από προσώπου γης.
Είμαι ένα μικροσκοπικό θαλασσινό κοχύλι
που έχει παρασυρθεί μυστικά στην ακτή

Και κουβαλά τον ήχο του ωκεανού
που πλημμυρίζει σαν κύμα το σώμα του. Είμαι
τόσο μικρός τώρα που κανείς δεν μπορεί να με δει.
Πως μπορώ να γεμίσω με μια τέτοια πελώρια αγάπη ;

ΔΕΝ ΗΜΟΥΝ ΠΟΤΕ ΙΚΑΝΟΣ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΩ

Στριφογυρίζω κάτω στην ακτή
όπου ο φάρος ήταν παρατημένος
και το φεγγάρι χτυπά πένθιμα στα δοκάρια.

Ας ακούσω τον άνεμο να ξεφυλλίζει τα δέντρα
κι ας δω τα άστρα να τρεμοσβήνουν, ένα προς ένα,
σαν τα ξεχασμένα πρόσωπα των νεκρών.

Δεν ήμουν ποτέ ικανός να προσευχηθώ,
αλλά ας χαράξω τ’ όνομά μου
στο βιβλίο των κυμάτων

Κι ύστερα να ατενίσω τον θόλο
ενός ουρανού που ποτέ δεν τελειώνει
και να δω τη φωνή μου να αρμενίζει μέσα στη νύχτα.

ΕΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΝΗΣΙ

Ταξιδεύοντας πάνω στο κορμί σου βρήκα
την αδύναμη ελιά και τη μαγευτική φλογέρα,
όπου γονάτισα κάτω, όπως στην προσευχή,
και μάσησα ένα κουκούτσι νοτισμένο
απ’ τον πηλό και τον ασβέστη
της γης σ’ ένα ιερό λιμανάκι.

Έδωσες τον εαυτό σου στον Θεό που έρχεται,
τον Ελευθερωτή με τη στεντόρεια κραυγή,
ενώ εγώ έπεσα σε έκσταση,
με αίμα στα χείλη μου,
και παραπατούσα σ’ ένα ναό στην κορφή
ενός λόφου στον πυθμένα τ’ ουρανού.

Η ΕΥΤΥΧΙΑ ΓΡΑΦΕΙ ΛΕΥΚΑ

Είμαι ένα κομμάτι κιμωλίας
γράφοντας πρόχειρα λέξεις σ’ έναν άδειο μαυροπίνακα.

Είμαι ένα λάβαρο καπνού
που διασχίζει τον γαλανό αέρα και δεν διαλύεται.

Δεν πιστεύω πως μόνο η θλίψη
κι η μιζέρια μπορούν να γραφτούν∙

Η ευτυχία, επίσης, μπορεί να είναι ακριβής:

Γιατρέ, υπάρχει ένας οξύς πόνος
στην αριστερή πλευρά του στήθους μου
όπου τα πλευρά μου συσπώνται από χαρά.

Φτερούγες ανεμίζουν στους ώμους μου
και αίμα τρέχει μέσα στο σώμα μου
σαν τις κορφές των κυμάτων σε μια αφρισμένη θάλασσα.

Κοίτα: Τα μάτια θολώνουν από τα δάκρυα
και τα δάκρυα καθαρίζουν.

Το κεφάλι μου είναι σαν φεγγίτης.
Η καρδιά μου είναι σαν αυγή.

ΒΑΜΒΑΚΕΡΗ ΚΑΡΑΜΕΛΑ

Περπατούσαμε στη γέφυρα πάνω απ’ τον ποταμό Σικάγο
γι’ αυτή που κατέληξε να είναι η τελευταία φορά,
κι έφαγα μια βαμβακερή καραμέλα, τούτο τον ζαχαρένιο αέρα,
εκείνο το γλυκό γαλάζιο φως υφασμένο απ’ την ανυπαρξία.
Ήταν απλά μια στιγμή, πραγματικά, τίποτα περισσότερο,
αλλά θυμάμαι να μου προξενούν κατάπληξη τα γερά καλώδια
της γέφυρας που μας κρατούσε ψηλά
κι ότι περνούσα τα δάχτυλά μου στα μακριά
και λεπτά δάχτυλα του παππού μου,
ενός ανθρώπου γερασμένου από τον Παλαιό Κόσμο
που πολύ καιρό πριν εξαφανίστηκε στον Κάτω Κόσμο.
Και θυμάμαι εκείνο το οχτάχρονο παιδί
που είχε δοκιμάσει τη γλυκύτητα του αέρα,
η οποία ακόμη κολλάει στο στόμα μου
και χάνεται όταν αναπνέω.


[Ο Edward Hirsch είναι αμερικανός ποιητής και κριτικός γεννημένος το 1950, και θεωρείται ένας απ’ τους πιο αξιόλογους εκπροσώπους της σύγχρονης αμερικανικής ποίησης. Υπήρξε συνεργάτης της εφημερίδας Washington Post με τη μόνιμη στήλη Poet’s Choise. Πρώτη δημοσίευση της μετάφρασης στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Alessio Albi.]
Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη