Μετάφραση: Δημήτρης Αγγελής
ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ, Ι
Μια μέρα ξυπνήσαμε στον παράδεισο
κι οι άγγελοι μας αιφνιδίασαν
με τις σκούπες και τις σφουγγαρίστρες τους:
«Μυρίζετε αλκοόλ και γη,
κι έχετε τις τσέπες σας γεμάτες
ποιήματα κι αιρέσεις…»
Υπηρέτες του Θεού, τους είπαμε, μην είστε σκληροί μαζί μας.
Το μόνο που ποθούσαμε είναι να περάσουμε ένα πρωινό στη Χάιφα·
μας έφεραν τα όνειρά μας εδώ
κατά λάθος.
ΦΟΒΙΑ
Θα μ’ εξορίσουν απ’ την πόλη
πριν πέσει η νύχτα: θα προφασιστούν
ότι αρνήθηκα να πληρώσω για τον αέρα.
Θα μ’ εξορίσουν απ’ την πόλη
πριν φτάσει η νύχτα: θα προφασιστούν
ότι δεν πλήρωσα νοίκι για τον ήλιο
ούτε εισφορές για τα σύννεφα.
Θα μ’ εξορίσουν απ’ την πόλη
πριν βγει ο ήλιος: θα πουν
ότι έκανα να υποφέρει η νύχτα
κι ότι απέτυχα να υψώσω τις προσευχές μου ως τ’ αστέρια.
Θα μ’ εξορίσουν απ’ την πόλη
πριν βγω απ’ την κοιλιά
γιατί ό,τι έκανα στο διάστημα των επτά μηνών
ήταν να γράφω ποιήματα και να ελπίζω για να υπάρχω.
Θα μ’ εξορίσουν απ’ την ύπαρξη
επειδή έχω αδυναμία στο τίποτα.
Θα μ’ εξορίσουν απ’ το τίποτα
για τους αβέβαιους βρόχους μου προς την ύπαρξη.
Θα μ’ εξορίσουν ταυτόχρονα απ’ την ύπαρξη κι απ’ το τίποτα
γιατί γεννήθηκα για να υπάρξω.
Θα μ’ εξορίσουν.
ΤΩΡΑ
Μετάτρεψέ με, Κύριε, σ’ ένα λαούτο
που ηχεί για εκείνους
που κρατάνε ψηλά το κεφάλι,
για εκείνους
που επιστρέφουν ανάμεσα απ’ τους νεκρούς
σα να μην είχαν πεθάνει ποτέ.
Σπάσε με, Κύριε, αφού θα έχει λευτερωθεί η μελωδία μου
κι ο τελευταίος απ’ τους ιερουργούς στη γιορτή της συγκομιδής
θα έχει πάει για ύπνο.
Όμως αν δεν χρησιμεύω, Κύριε,
σπάσε με τώρα.
[Ο Νατζουάν Νταργουίς (Ιερουσαλήμ, 1978) εκφράζει με την ποίησή του τον πόνο και τους αγώνες του παλαιστινιακού λαού και είναι από τους πιο σημαντικούς ποιητές της γενιάς του. Οι μεταφράσεις δημοσιεύονται για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]