Τα κείμενα των Φιλίππων, εκδ. Κάπα, Αθήνα 2015.
Με αλφαβητική σειρά οι: Κώστας Ακρίβος, Λούλα Αναγνωστάκη, Διαμαντής Αξιώτης, Βασίλης Βασιλικός, Ευριπίδης Γαραντούδης, Θεόδωρος Γρηγοράδης, Νίκος Ε. Καραγιαννακίδης, Αντώνης και Κωνσταντίνος Κούφαλης, Γλυκερία Μπασδέκη, Σάκης Σερέφας, Μισέλ Φάις, Θωμάς Χαρπαντίδης και Γιώργος Χρονάς υπογράφουν τα κείμενα που παρουσιάστηκαν-παραστάθηκαν στο Θέατρο των Φιλίππων κατά την περίοδο 2009-2014.
Στο ενημερωτικό κείμενο του πολυτελούς, ως είθισται της Κάπα Εκδοτικής, τόμου, διαβάζουμε ότι «Είναι … καιρός της καυχήσεως, καθώς είναι καιρός της εργασίας και της ταπεινοφροσύνης», ότι το Φεστιβάλ πρέπει να έχει το δικό του χαρακτήρα, χρόνο, ρυθμό και βλέμμα κάθε χρόνο, να παραγγέλνει παραστάσεις και να έχει δικές του παραγωγές, να φιλοξενεί και να υποδέχεται άλλες, να είναι τόπος ραντεβού του κοινού με το σήμερα, με το εδώ και τώρα και το κεφάλι ψηλά, και το εγχείρημα πέτυχε. Οι συγγραφείς ανταποκρίθηκαν, οι παραστάσεις «χτίστηκαν» και το αποτέλεσμα κρίθηκε από την ουρά στο ταμείο. Το ταξίδι ξεκίνησε, «Ο Πλόος Ωραίος», και ως ασυναίρετος τύπος υπόσχεται, κι εμείς ευχόμαστε, να είναι πάντα έτσι ο δρόμος μακρύς, εις το διηνεκές, διαρκής. Την υπογραφή βάζει ο Θοδωρής Γκόνης από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Καβάλας και είναι πολλοί και οι «αλιβάνιστοι άγιοι» που βοήθησαν.
Για το νόημα των Φιλίππων γράφει ένα ποιητικό από καρδιάς κείμενο ο Μπάμπης Γαμβρέλης, ο συνομήλικος του θεάτρου. Ξαναθυμάται το πώς ξεκίνησε, πως όλα δένονται με την ιστορία και γίνονται ιστορία. Την κυρία Ευαγγελία που τον μύησε, τον Καζαντζίδη που τραγούδησε «μανούλα θα φύγω» αλλά δεν έφυγε, και πολύ καλά έκανε, πως εκεί συναντήθηκε με τον Κουν, τον Βολονάκη, τον Μινωτή, τον Ευαγγελάτο, τον Σολωμό, τον Βουτσινά και αργότερα τον Τσιάνο, τον Παπαβασιλείου, τον Τερζόπουλο, τον Βογιατζή. «Όρνιθες και Πέρσες. Τσαρούχης και Χρήστου. Ποια θεία χάρις με αξίωσε θεατή τους;». Σωστά! θεία χάρις, αφού όλοι οι μνημονευθέντες είναι ακρογωνιαίοι λίθοι στον μεγάλο ναό της τέχνης του θεάτρου που γεννήθηκε στην Ελλάδα και ζει και ακμάζει. Όλοι οι μνημονευθέντες είναι οι «λιβανισμένοι άγιοι» στους οποίους όλοι χρωστάμε τη μύησή μας στο μυστήριο του θεάτρου και την ενηλικίωσή μας. Τούτο εστί το αίμα του και κοινωνήσαμε με τον Διόνυσο, και πάλι, σήμερα εκεί, και το σήμερα είναι πια η νέα άνοδος και ακμή του θεάτρου. Αλλά και ένα άλλο σήμερα αφορά τον τόμο που έχουμε στα χέρια μας.
Οψόμεθα εις Φιλίππους είπε το φάντασμα στο Βρούτο σαν να προοιώνιζε την εξέλιξη στο μέλλον. Η Πάχνη, η Πέστροφα Δουνάβεως, το Μικρό Λεξικό Ανωμάλων, οι Βλαβερές Αναγνώσεις, Τι λές, εσύ Μπάμπη, Ο Γιώργος Χειμωνάς περιηγείται το όρος Σύμβολο, ο Βασιλιάς της Ασίας, ο Θάλαμος, Η Θάσος του Παπαδιαμάντη και ο Αμερικάνος, Από τις επαναστατικές προπόσεις στις εξεγέρσεις της καρδιάς, Ο γηραιός πατήρ μου, Ο Κ. Π. Καβάφης στο Ξενοδοχείο Βαλκάνια, Ζήσαμε δύσκολα… αλλά όρθιοι, Donna abbadonata ή πολύ με στεναχωρήσατε κύριε Γιώργο μου, είναι οι τίτλοι των έργων που παρουσιάστηκαν και ζωντάνεψαν την νέα κραυγή του ιάμβου. Ο λόγος των αρχαίων, των νεότερων και των σύγχρονων απέδειξε πως τίποτα δεν χάνεται οριστικά και «ξανά προς τη δόξα τραβά» και πάρα πολύ χαιρόμαστε γι’ αυτό.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε να μνημονεύσουμε και την πολύτιμη συνεισφορά της σειράς «Μονόγραμμα» που η ΕΡΤ μας πρόσφερε και σήμερα με την ευκολία του διαδικτύου μπορούμε και πάλι να απολαύσουμε. Από το «Μονόγραμμα» αλλά και και από τα έργα του Γιώργου Χειμωνά προέρχεται το Αναλόγιο, το υλικό, δηλαδή, που αποθησαύρισε ο Ευριπίδης Γαραντούδης για τον μεγάλο μελετητή της ψυχής των ανθρώπων ή των Ελληνικών μας Γραμμάτων. Πρόκειται για την βιογραφία του δοσμένη ως «άλλη βιογραφία». Η σημασία της ιατρικής στο έργο του, η συμβολή της στην παρατήρηση του ανθρώπου. «Ο Πεισίστρατος είναι το μεγάλο μου βήμα το μεγάλο και το πρώτο», τον οποίο «… θα… θα… θα … θα τον κάνω καλύτερο, αλλιώς θα πεθάνω. Θα τον αλλάξω». «Η Τέχνη είναι για να παίρνει στα χέρια της το ανεκπλήρωτο όραμα του ανθρώπου». «Τον Οκτώβριο του εξηνταπέντε ένα βράδυ αποφάσισα να πεθάνω». «Η Τέχνη είναι ένα σχόλιο πάνω στην πραγματικότητα». Και ο θάνατος κι αυτός μια πραγματικότητα είναι.
Ο Βασίλης Βασιλικός «διαβάζοντας και όχι μνημονεύοντας Παπαδιαμάντη» (δεν μας ξεφεύγει στο σημείο αυτό η πλάγια αναφορά στον Οδυσσέα Ελύτη) βρίσκει πως τα νησιά Σκιάθος-Θάσος είναι κοντινά και βέβαια ό,τι συμβαίνει εκεί νομίζει πως συμβαίνει στο δικό του το νησί. Γιατί είναι γνωστό ότι τότε η λογοτεχνία επιβεβαιώνει τον τίτλο της, όταν ο συγγραφέας σε βάζει μέσα στο κείμενο. Θυμάται, λοιπόν, τον πατέρα του στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και τους αστικοποιημένους χωριανούς, οι οποίοι «με την απαστράπτουσα δημοτική και την προβληματολογία της πόλης ψυχοθεραπεύονταν με την παπαδιαμαντική γλώσσα, το κράμα αυτό, ηδύποτο, καμπερνέ και μελρό». Και συνεχίζει διασκευάζοντας –και όχι διαβάζοντας– τον Αμερικάνο στο θέατρο, κρατώντας ο ίδιος τον ρόλο του τίτλου και ο Θοδωρής Γκόνης τους ρόλους του ταλαντούχου σκηνοθέτη, ποιητή, πεζογράφου, ηθοποιού, καλλιτεχνικού διευθυντή και όλους τους υπόλοιπους. Και η διασκευή έγινε όταν ο Βασιλικός ήταν δεκατεσσάρων ετών που ο Αμερικάνος του έκανε «τοκ ρωμαίικα»!!!
Ο τόμος, πολυτελής· το είπαμε. Οι θεατές που έφτασαν στους Φιλίππους τυχεροί. Οι θεατές, που δεν καταφέραμε να φτάσουμε, θα ακούσουμε τον άγγελο να μας φέρνει το μήνυμα μέσα από το βιβλίο που κρατάμε στα χέρια μας. Εκεί, το απείκασμα της παράστασης ή η ουσία της που έγινε πράξη ή η ιδέα της που έλαβε σάρκα και οστά και αίμα, θα αποζημιώσει τους άτυχους προσφέροντας τον ωραίο απόηχο σαν την σκιά της στάμνας του Σπηλαίου στον αλυσοδεμένο της και πάλι τυχεροί θα είμαστε- είμαστε. Απολαμβάνουμε, ειλικρινά, το χειροπιαστό, αυτό που νοιώθουμε ζωντανό στην αφή μας να λογχίζει την ψυχή μας, να στάξει το αίμα που ήταν κάποτε κρασί.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]