Εγκατάσταση
Η κατασκευή είναι σιδερένια. Έχει πολλές προεκτάσεις, πολλούς αρμούς. Στις συνδέσεις μικρές, αδιόρατες κεραίες στέλνουν χιλιάδες μηνύματα. Λέγεται πως ο αριθμός τους μες σε ένα δευτερόλεπτο συνιστά εδώ και αιώνες μέγεθος ανεξιχνίαστο. Η κατασκευή εκτείνεται σε όλο το βάθος του μαντεμένιου κήπου
(ν’ απλώνεις λέει τα χέρια και να χάσκουν παλιοσίδερα, σωροί σκραπ, όρθια τηλεγραφόξυλα σ’ όλο το πλάτωμα, ως μέσα στην καρδιά της πολιτείας, τίποτε να μην σου μένει μόνο η γεύση της σκουριάς καθώς βαθαίνει).
Τόπους τόπους άλλες σημαίες και άλλες στροφές, ευφυέστερες μεταβάλλουν το σχήμα της κατασκευής, αποκαλύπτουν τους κινδύνους και τη σκουριά που καραδοκεί.
Μη με ρωτήσετε πώς γνωρίζω τέτοιες λεπτομέρειες. Ανήκω και εγώ βλέπετε, σ’ εκείνα τα μακριά πρόσωπα που αδιάκοπα μαθαίνουν να ξεχωρίζουν τους αρχαίους αστερισμούς, ν’ ακολουθούν σαν υπνωτισμένοι σημάδια του ήλιου, ώρες, γραμμές, σώματα κάτω απ’ τη μεγάλη, σιδερένια κατασκευή με την καρδιά τους τρελή απ’ τον πόνο.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΠΑΛΚΟΥ
Tην αποκαλούν μαιτρέσσα. Είναι η καρδιά και η ψυχή του θεάτρου. Δεν είναι μητέρα κανενός, μα κρατά για όλους έναν λόγο τρυφερό. Ελέγχει μ’ αυστηρότητα τα καμώματα και τις συμπεριφορές των κοριτσιών και σε τίποτε δεν χαρίζεται.
Αντίθετα ο νεαρός διάβολος με τ’ όνομα Σάλυ ή Μπέρναρντ ή Μπουθ, ‒ξέρεις, όλοι οι σπουδαίοι και οι ευυπόληπτοι τον αγαπούν παραδειγματικά‒, κατέχει μια ταπεινότατη θέση. Φροντίζει να ’ναι στην ώρα τους οι ηθοποιοί στη σκηνή, να μαθαίνει πολύτιμα μυστικά και να φέρνει τη χαρά στα παρασκήνια. Τίποτε περισσότερο.
Άλις, ετούτο το μικρό κτήνος έχει στ’ αλήθεια γοητεία.
Τον κέρασε απ’ τα τσιγάρα της και χαμογέλασε πρόστυχα δίχως τίποτε ν’ αποκαλύψει για τότε που είδε τις τέχνες της όλες κλεμμένες από έναν νεαρό εραστή, ακραία επικίνδυνο.
Και όμως τέτοιοι τύποι Άλις, οι περισσότεροι δηλαδή από δαύτους κοστίζουν το πολύ δέκα δολάρια τη μέρα. Δεν είναι παρά χαμένες υποθέσεις.
Η πρώτη μου φορά στα παρασκήνια ήταν σ’ ένα μικρό, σκοτεινό κελάρι, ιδιοκτησία κάποιου που σήμερα κοσμεί τη νομοθετική εξουσία του Μιζούρι. Ολημερίς, μια παρέα, υποτιθέμενων νεαρών Αιθιόπων έδιναν φλογερές παραστάσεις εμπρός στο παιδικό κοινό. Η σκηνή δεν ήταν παρά λίγα στρωμένα σανίδια πάνω σε βαρέλια. Το βάθος και τα πλαϊνά της ήταν διακοσμημένα με λογής παράδοξα υλικά, μόνο και μόνο για να κρύψουν στην καρδιά τους τα πράγματα εκείνα που ονομάζονται μυστήρια του θεάτρου. Την ελισσαβετιανή μας σκηνή έκρυβε μια παλιά κουβέρτα που κατέβαινε πάντα στο τέλος των παραστάσεων. Τα φώτα της σκηνής ήταν αναμμένα κεριά και οι ήρωες μας πρωταγωνιστές των πιο εξωτικών ιστοριών. Το ρεπερτόριό κάτι σκόρπιες αναμνήσεις απ’ όσα είδαμε και ακούσαμε. Κανείς από εκείνη την παρέα δεν έκανε σπουδαία καριέρα. Όμως δεν σταματώ να σκέφτομαι με νοσταλγία εκείνα τα συμπεράσματα και τη φαντασία μας όταν κάλπαζε ως μες στους κόλπους των μυστηρίων. Εκείνα τα θέατρα υπήρξαν λοιπόν στον καιρό τους χώρες απάτητες, οι σταθμοί της ζωής μας, αυτοσχέδια αριστουργήματα μικρής κλίμακας.
Η μάζα
Τα μέλη του λαϊκού στρατού συγκεντρώθηκαν έπειτα από τέσσερις δεκαετίες στην πλατεία των ηρώων. Φορούσαν τις τριμμένες τους στολές αφού ο πόλεμος αυτός είχε πια τελειώσει. Οι νεκροί τους από καιρό πια θαμμένοι, ενθάδε κείται ο σπουδαίος άνδρας των είκοσι μόλις Οκτωβρίων, πεσόντας σε κάθε γωνιά αυτού του κόσμου. Τοποθετήθηκαν σε ουλαμούς, όπως τότε. Στρατιώτες του αγώνα, που εκπαιδεύτηκαν να συντηρούν το υλικό τους τον καιρό της ειρήνης έτοιμοι απόψε και πάντα να εγκαταλείψουν τις εστίες τους για μια ιδέα.
Όμως τέτοιες ιστορίες είναι πια παλιά θέματα.
Οι βετεράνοι λοιπόν της ιστορίας μας, έκαναν μια σπουδαία πορεία. Πέρασαν με σηκωμένες τις γροθιές τους, σε παράστημα και στίχους απόλυτους ενός ποιήματος που τινάζει τα ασθενικά του φτερά μες στα δωμάτια, καθώς εγώ προσπαθώ να κατακτήσω μια ξεχασμένη ήπειρο, κομμάτια απ’ τους σκισμένους σου χάρτες. Μετά μες στο θάμπος του νέον όλα διαλύθηκαν ήσυχα και πέρασαν στην ιστορία.
Αερογέφυρες
Πέρα απ’ το βωμό στο ύψος της αερογέφυρας αρχίζει ένας άλλος κόσμος. Τα κορίτσια σε φιλούν με την ψυχή τους, όλες οι πιθανές μεταφράσεις κυκλοφορούν ελεύθερες, στους εξώστες πράσινοι και γαλάζιοι φωτισμοί καταφέρνουν ένα τρομερό πλήγμα στη νύχτα. Οι μαστροποί, οι εργάτες του δήμου, πάντα πρωινοί, οι χαμένοι στον ορίζοντα σιδηρόδρομοι, οι λεπτομέρειες ενός πίνακα στο σαλόνι των θαυμάτων, αρχές του αιώνα, με κομμάτια απ΄αγάλματα και καλοκαίρια στα χέρια, δείγματα της αιώνιας νιότης. Όλα διαδραματίζονται απόψε στο φόντο του αιώνα.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]