Φυσικά, αν περιοριστεί η ποίηση στην καθαρή πράξη της γραφής σε ένα φύλλο, τότε όποιος τραγουδάει δεν είναι ποιητής, γράφει ένας φίλος, και συνεχίζει ακάθεκτος: η ποίηση είναι μία ανεξάρτητη θεότητα, που επιλέγει κάθε φορά τη μορφή με την οποία θα εμφανιστεί. Μία φορά σε χαρτί, για μια ακόμη φορά μέσα από το φακό μιας κάμερας, ως φωτογραφία ή ταινία, ή στον καμβά ενός ζωγράφου, ή τέλος, σε μια μουσική σύνθεση, σε ένα τραγούδι. Δεν είναι το είδος τέχνης που την καθορίζει, αλλά ο τύπος του καλλιτέχνη. Δεν υπάρχουν μείζονες και ελάσσονες τέχνες, αλλά μόνο μεγάλοι και μικροί καλλιτέχνες.
Μου διηγιόταν ο Μάκης Λαχανάς, όταν με πήγε βόλτα στο όρος Μόψιον, πως ο κόντες Ιάσων Δεπούντης τους εξεδίωξε, αυτόν και τη γυναίκα του, από το αρχοντικό του στην Κέρκυρα. Τους είχε καλεσμένους για δείπνο και κάποια στιγμή η Λαρισαία σύζυγος απευθυνόμενη στην κοντέσα, εν είδει φιλοφρονήσεως, είπε «πως τα σαρμαδάκια της είναι ποίημα». Ο κόντες μόλις το άκουσε σηκώθηκε όρθιος, πέταξε την άσπρη λινή πετσέτα του στο τραπέζι και κατακόκκινος από θυμό φώναξε να φύγουν αμέσως από το σπίτι του. Ο Λαχανάς πήρε παραμάσχαλα τη γυναίκα του και κουτρουβαλήσανε τις σκάλες του τριώροφου αρχοντικού έχοντας στα αυτιά τους τις φωνές του Δεπούντη. «Πώς τολμάτε να αποκαλείτε ποίημα τα ντολμαδάκια μπροστά στον Ποιητή;»
Ατενίζοντας λοιπόν, το θεσσαλικό κάμπο από το όρος Μόψιον, συμφωνήσαμε με τον Λαχανά πως είχε απόλυτο δίκαιο ο κόντες, κι από τότε θεωρώ σωστή την άποψη του Δεπούντη, πως Ποίηση είναι η ανώτερη κατάκτηση του γραπτού λόγου και τίποτα άλλο. Φυσικά, στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, σας εύχομαι αναδρομικά το φετινό Πάσχα να ήταν για όλους σας ένα ποίημα.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Steve McCurry.]