Χρίστος Δάλκος, Μελανθώ, Μελάνι, Αθήνα 2016.
Ο Χρίστος Δάλκος αναλαμβάνει να ερευνήσει την ομηρική λέξη «κουρίξ», μια έκφραση σκωπτική στην πατρίδα του την Αρκαδία, που ισοδυναμεί με εκείνο το «κουρεμπέτσα», το οποίο πρέπει να προέρχεται από την διαπομπευτική κουρά. Και με αυτό το θέμα των ατιμασμένων με κούρεμα κοριτσιών θα λάβει μέρος στο Συνέδριο Ομηρικής Φιλολογίας στην Ιθάκη. Τέτοιο κορίτσι πρέπει να είναι και η Μελανθώ, η μία από τις δώδεκα δούλες που απαγχονίσθηκαν από τον Οδυσσέα.
Το θέμα όμως εξελίσσεται σε φιλολογικό θρίλερ. Τα κεφάλαια του πεζογραφήματος είναι εννέα. Σημαδιακός αριθμός και οι αριθμοί στο βιβλίο έχουν τη σημασία τους. Το ερώτημα είναι πώς ένα θέμα που σχετίζεται με τα Ομηρικά γίνεται νουβέλα, όχι σαν αυτές του Ηροδότου (ή μήπως και ναι;) είναι υπόθεση μεγάλης φαντασίας. Χρυσή μου φαντασία στα βουνά καλημερίζω την ηχώ σου, λέει ο ποιητής και ο συγγραφέας έχει ακούσει την ηχώ και σαν θεός δημιουργός αναλαμβάνει να διαπλέξει το δικό του μύθο με τον ομηρικό, με αληθοφάνεια και τέτοιες παραπομπές στα ομηρικά κείμενα ώστε, αν δεν σου έβαζε τα αποσπάσματα από το έπος να μην ξέρεις πού αρχίζει ο ένας μύθος και πού ο άλλος.
Η Μελανθώ είναι μάθημα υψηλής φιλολογίας εφ’ όλης της ύλης, εφόσον ο συγγραφέας μέσα από το «κουρίξ» και την «Μελανθώ» βρίσκει την ευκαιρία να κάνει μάθημα γραμματικής, τονισμού, προφοράς, σημειολογίας, να επαναφέρει τη γλώσσα στο σωστό τυπικό της, αλλά και στη σωστή μορφή της, τηρώντας της όλα τα παραδοσιακά –υποτακτικές και ήτα και ωμέγα και υπογεγραμμένη και πολυτονικό και οξείες και περισπωμένες– αλλά και ύφος τρέχον, όπου η ακραιφνής φιλολογία απεκδύεται το ημίψηλόν της και τη ρεντικότα για να πει τις «πιο απίστευτες παπαριές, […] με το σοβαρότερο ύφος του κόσμου» και «αριθμοσοφικές παρλαπίπες», ήτοι να αναμείξει την τρέχουσα γλώσσα με τη γλώσσα των κειμένων, ξαναθυμίζοντας ότι στο μεγάλο ποτάμι που εμπεριέχει την «κωδικοποίηση της αρχαίας σοφίας» και «το απόσταγμα της πυθαγόρειας φιλοσοφίας», πράγματα που οι περισσότεροι από τους φιλολόγους αγνοούν, χύνονται και οι σύγχρονοι παραπόταμοι. Κι ακόμα να κάνει μαθηματικούς υπολογισμούς –«Αριθμοσοφία» λέγεται το είδος– γιατί οι αριθμοί έχουν εδώ το ρόλο τους. Ετοιμάζει, επομένως, την πιο πρωτότυπη εισήγηση για το Συνέδριο. Ειρήσθω εν παρόδω ότι αυτοί που κατά καιρούς κοίταξαν πίσω και κάτω από τις λέξεις βρήκαν πολλά στοιχεία που ξεδιάλυναν ή προσπάθησαν τουλάχιστον να ξεδιαλύνουν τα μυστήρια των Αρχαίων μας. Τέτοιος είναι και ο Δάλκος, άνθρωπος με μεγάλο μεράκι. Θέλει αρετήν και τόλμην είπε ο Κάλβος και αυτό ισχύει όχι μόνο για την Ελευθερία αλλά και για τη μελέτη των κειμένων μας, στα οποία πέρα από τις λέξεις οι αστρονομικές παρατηρήσεις και οι μαθηματικές σχέσεις που οι μελετητές έχουν ανακαλύψει, μαρτυρούν την αρμονία του σύμπαντος κόσμου. Για να τα βρεις αυτά όμως απαιτείται φιλολογικός ζήλος. Δεν διεκπεραιώνεις ψυχρά την εκπαιδευτική πράξη ή την διεκπεραιώνεις, όπως εκείνη απαιτεί, αλλά, εσύ φεύγεις πέρα από την τρέχουσα ανάγκη.
Και το επί της ουσίας ερώτημα είναι: Η ιστορία της Μελανθώς τι είναι; Μυστήριο, αστυνομικό μυθιστόρημα, επιστημονική φαντασία, φιλολογική τράπεζα ή μήπως ο αρχαίος Σωκράτης και οι συνόντες του, ντυμένοι σύνεδροι στην εποχή μας, μοντέρνοι, χωρίς χλαμύδες και χιτώνες, αλλά βαρείς μέ ό,τι από τον Όμηρο ως τις μέρες μας κουβαλάνε, πάνε για την Ιθάκη; Γιατί σκοπός όλων είναι να φτάσουν στην Ιθάκη, αυτός είναι ο προορισμός, όμως ο δρόμος είναι μακρύς κι αν ο Οδυσσέας έκανε δέκα χρόνια στη Θάλασσα άλλα τόσα και παραπάνω κάνει την ίδια διαδρομή ο Δάλκος παρακολουθώντας και ερευνώντας τα ομηρικά μυστήρια τα οποία ο έχων ομηρικόν νουν δεν ησυχάζει αν δεν τα λύσει.
Για τους πολλούς τα απλά: Οδυσσέας, ταξίδια, γυναίκες, θεές και ημίθεες, Κύκλωπες, μνηστήρες. Για τους λίγους μαθηματικές σχέσεις. Στο Συνέδριο όμως πρέπει κάτι πρωτότυπο να πεις. Οι φεμινίστριες διοργανώτριες εκ Θεσσαλονίκης και εκ Βόλου καπελώνουν τους άλλους. Η εισήγηση του αφηγητή απορρίπτεται γιατί δεν ταιριάζει, λέει, και πρέπει να την τροποποιήσει αν θέλει να συμμετάσχει. Κι εδώ είναι που ο Δαίμων της παραδοξολογίας και του υπερβατικού εισβάλλει. Μια περίεργη κοπέλα, μια φιγούρα που από την Πατησίων και την ΕΦΕ (Ένωση Φιλολόγων Ελλάδος, κατά κόσμον ΠΕΦ), κάνει ερήμην του αυτό που ο ίδιος δυσκολεύεται• και η εισήγηση ξεπερνά τις προσδοκίες των μεμψίμοιρων.
Να την πάλι η φιγούρα και πάνω στο καράβι, ίδια με τα μαύρα άτακτα στο μέτωπο μαλλιά και τα περίεργα σαν ματωμένα κόκκινα μάγουλα. Και ξανά στο Συνέδριο: ένας κεραυνός πέφτει, τα φώτα σβήνουν κι όταν ξανανάβουν μια επιγραφή στον πίνακα κάτι λέει αλλά τι; Ανήκει στις αδιάβαστες ακόμα γραφές. Γραμμική Β΄ λέει ο ένας, 1,2,3, ήτοι το μήνυμα μιλάει για την «μεσότητα εις το διηνεκές», λέει ο άλλος και ότι διαβάζεται βουστροφηδόν, αλλά δεν… Απλώς «απευθυνόταν αποκλειστικά σε μένα», λέει ο συγγραφέας. Ε! άμα δεν την ψωνίσεις με τέτοιο θέμα τότε είσαι εξασφαλισμένος στον αιώνα τον άπαντα. Αλλά ο συγγραφέας δεν έχει στη διάθεσή του τον αιώνα τον άπαντα. Το «πλάσμα» όμως τον βοηθάει. Έχει πολλούς τρόπους να εμφανίζεται, άλλοτε με το φριχτό πρόσωπό του και άλλοτε ως πνεύμα. Και όταν λέμε πνεύμα κυριολεκτούμε, εννοούμε τον αέρα. Σαν να βρισκόμαστε στα Ανεμορδαμένα Ύψη, τα παραθυρόφυλλα ανταποκρίνονται σε κάθε σωστή σκέψη προς τη λύση του μυστηρίου. Η λέξη «Μελάνθιον» που μπερδεύει τον συγγραφέα, επειδή υπάρχει και η Μελανθώ, πέρα από γένους ουδετέρου ή αρσενικού αιτιατικής πτώσης είναι και υποκοριστικό θηλυκού γένους (θυμίζω πρόχειρα την Λεόντιον π.χ. εταίρα του Επίκουρου). Το Μελάνθιον λοιπόν, η Μελανθούλα δηλαδή, είναι η Μελανθώ (έτσι είναι;) που «μόνο με τον Ευρύμαχο πλάγιαζε κι αγαπιούνταν» και γι’ αυτό αυτήν και άλλες έντεκα, σύνολο δώδεκα (άλλος ένας σημαδιακός αριθμός) τις κρέμασαν, λέει ο Όμηρος και έμοιαζαν έτσι κρεμασμένες με τσίχλες ή μαύρα περιστέρια.
Και πώς αυτό το «πλάσμα» το περίεργο εισέβαλε στον εικοστό πρώτο αιώνα; «άνοιξε μια πύλη του χρόνου» λέει ο μαθηματικός και αριθμόσοφος της παρέας. Και από κει μπαινοβγαίνει και χτυπάει πορτοπαράθυρα, σαν τον μικρό βοριά. Σήματα δίνει, ε! με τον άνεμο μιλάει, όχι με τα λόγια. Εν τω μεταξύ στο νησί είναι κι ένας περίεργος που ζωγραφίζει και την έχει ζωγραφίσει πολλές φορές! Και να σε ένα εγκαταλελειμμένο νεοκλασικό: έπιπλα, βιβλία, έργα επιφανών ζωγράφων και κάτι περίεργες ζωγραφιές με δώδεκα στραγγαλισμένα μαυροπούλια! Όσα και οι δούλες. Φριχτή πράξη που θυμίζει στον συγγραφέα βιβλία επιστημονικά πάνω σε έργα φρίκης όπως είναι ο Αποτυμπανισμός του Αντωνίου Κεραμόπουλου ή τα Βασανιστήρια και Εξουσία του Κυριάκου Σιμόπουλου, χωρίς να του διαφεύγουν φρικιαστικές λεπτομέρειες και από το δημοτικό τραγούδι. Κι ακόμα ένας πίνακας με το κατακρεουργημένο πρόσωπο της δούλας που μαζί με τις άλλες κατηγορήθηκε για αναίδεια, ασέβεια και υβριστική συμπεριφορά, απέναντι στην Ευρύκλεια, την Πηνελόπη και τον Τηλέμαχο, κυρίως όμως γιατί συνευρισκόταν με τους μνηστήρες. Ελαφρυντικά του τύπου βιασμοί ή εξαναγκασμοί, για τις δούλες, δεν ισχύουν. Το μυστήριο πυκνώνει, οπότε στα κεφάλαια 7ο και 8ο, ο Δάλκος ταξινομεί τα προβλήματα που προκύπτουν και που απαιτούν επιστημονική τακτοποίηση, στα οποία δυστυχώς δεν έχουν δώσει την δέουσα σημασία οι μελετητές του έπους, όπως: Η στυγνότητα της πατριαρχικής εξουσίας. Η περιουσία του βασιλικού οίκου σε ποιον ανήκει; Η «κληρονομική διαδοχή», η οποία ίσχυσε στην περίπτωση του Λαέρτη, δεν ισχύει και για τον Οδυσσέα; Δεν πρέπει ο Οδυσσέας να παραδώσει την εξουσία στον Τηλέμαχο; Ποιος είναι ο ρόλος της Πηνελόπης; Η εξουσία στον οίκο της ανήκει; Της ανήκει και η περιουσία; Ποια είναι η σχέση με τα πεθερικά της και τον γιο της. Τι πρέπει να γίνει αν παντρευτεί κάποιον από τους μνηστήρες, εφόσον με το γάμο της ανατρέπεται το παλαιό καθεστώς; Η Μελανθώ τιμωρήθηκε με πολύ άγριο τρόπο. Αυτό έγινε για τους λόγους που ήδη εκτέθηκαν ή μήπως η Μελανθώ δεν ήταν μια συνηθισμένη δούλα και η ερωτική ελευθεριότητα για την οποία κατηγορήθηκε ήταν απλώς πρόσχημα και ο στόχος του Οδυσσέα ήταν να δείξει ποιος έχει την εξουσία στο νησί;
Στο κεφάλαιο 9 επανέρχονται τα μεταφυσικής τάξεως περιστατικά. Όποιος στάθηκε «κάπως» αρνητικός απέναντι στην Μελανθώ, κάτι παθαίνει. Ο κύριος αρνητής σύνεδρος τρώει τα μούτρα του στο πεζοδρόμιο, στη συνέχεια παρά λίγο να φάει και μια νεκρή σφίγγα στο πιάτο του που του είχε σερβίρει η περίεργη κοπέλα με τα μαύρα μαλλιά και τα κόκκινα μάγουλα. Ο εστιάτορας κόπτεται πως δεν έχει κοπέλα σερβιτόρα. Το θρίλερ εξελίσσεται κανονικά. Ο αφηγητής κάνει την εισήγησή του στο Συνέδριο και περιμένει αντιδράσεις. Παγωμάρα για λίγο και κανείς δεν μπαίνει στην ουσία (ποιος τολμά;). Κι εδώ προκύπτει ένα σοβαρό σχόλιο. Σε ένα θέμα τόσο πολύπλοκο και βαθύ κανείς δεν είναι σε θέση να πάρει θέση. Η μόνη θέση είναι η αποδοχή εκείνων που λέει αυτός που ερεύνησε. Περιττό να περιμένει σχόλια, λοιπόν. Βγαίνει στο δρόμο, επιστρέφει στο ξενοδοχείο κι εκεί ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα του αποκαλύπτεται η απάντηση.
Ο Δάλκος με αυτό το βιβλίο, μελετημένο και στην πιο μικρή λεπτομέρειά του, αναδεικνύεται ένας φιλόλογος ντετέκτιβ, ένας Πουαρώ των κλασικών μας Γραμμάτων, που το μάτι του έχει πέσει στις σωστές λεπτομέρειες, έχει ρίξει φως σε πρόσωπα και καταστάσεις, έχει υποψιαστεί σχέσεις και έχει παίξει στα όρια της πραγματικότητας με τη φαντασία, επισημαίνοντας τη γνωστή συμβολή της στην επιστημονική έρευνα. Πρωτίστως το έχει κάνει με πολύ χιούμορ αλλά και επιστημονική ακρίβεια.
Γοητευτικό σαν ανάγνωσμα, πληροφορητικό ως θέμα, ενδιαφέρον ως πρόβλημα. Και ιδού που το Ομηρικό Ζήτημα βρήκε άλλο έναν τρόπο να επανακάμψει.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Tο έργο είναι του Sebastiano Ricci (1659-1734).]