ΠΕΤΣΕΤΕΣ
Στην υγρασία πάλι βυθίζομαι κάθε φορά που κρεμώ βρεγμένες πετσέτες, ιδίως αν πρόκειται για σταγόνες που μόλις απορρόφησαν από το πετσί μου. Το πάχος του υγρού που τις διαπερνά δεν είναι το ίδιο σε όλα τα σημεία του υφάσματος, καθώς καθένα από αυτά πρέπει τώρα να στεγνώσει με τους δικούς του ρυθμούς, πολύ πιο γρήγορους στα απλωμένα πτερύγια της πετσέτας παρά στις πτυχώσεις που σχηματίζονται όπως κρέμεται, μοιρασμένη στα δύο ή κατακόρυφη, αν δεν έχει αφεθεί μισοαπλωμένη λες και τη μούσκεψαν δάκρυα γιατί φοβάται μήπως εκεί ξεχαστεί. Στη μουσική των νερών αναδύονται Ισπανίδες χορεύτριες που πεσέτες τα σώματά τους στεγνώνουν, με χαρτονομίσματα ρευστοποιώντας την τέχνη τους.
Από χέρι σε χέρι περνούν τα λεφτά. Και τα δεύτερα λεφτά της ώρας, προσπορίζοντας χρόνους πλούσιους στις υγρασίες του έρωτα και την ξηρότητα μιας ζωής που θα ήθελε να επιβιώσει σε έδαφος τόσο μακρινό από την αμφίβια προέλευσή της. Πουλιά γίνονται τα ψάρια που στεγνώνουν τα λέπια των φτερών τους στις πετσέτες του ανέμου. Αυτή είναι η στάση και κατάσταση των πραγμάτων στην ακαταστασία και αντεπανάσταση των ραμμάτων που κομμάτι κομμάτι στο πετσί τους πάλι ενώνουν το ύφασμα του κόσμου.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]