Σ’ Αὐτή πού μητρικά γαλούχησε…
Ὕμνος
Ἀλλιώτικα τά μάθια μου θωροῦν αὐτό τό βράδυ!
Τῶν οὐρανῶν τήν Πλατυτέρα χώρεσαν,
τήν Ἀειπάρθενο, Μαρία, Θεοτόκο,
τοῦ κόσμου τήν τρανή Μητέρα!
Λευκό Χιτώνα Τήν εἶδα νά φορεῖ,
μέ τόν Μονογενῆ στήν ἀγκαλιά Της,
τήν αἴγλη τῆς γλυκιᾶς Μορφῆς Της νά κερνᾶ
στά μεθυσμένα πρόσωπά μας,
πού λάμπανε σάν τό Σεπτό τό Φόρεμά Της!
Ὁ Σαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ,
νηπιάζοντας, ζητοῦσε τή θερμή Της Ἀγκαλιά
καί, παιδικά, κρεμόταν στό λαιμό Της,
πάνω καί πέρα, πιό ψηλά ‘πό τά χαμένα λογικά μου.
Σαστισμένα, τά μάτια μου,
συγκλόνισαν καρδιά καί νοῦ, κατάβαθα,
καθώς ἀντίκριζαν, πραγματικά,
τόν Μόνο Ζωοδότη νά θηλάζει
τά Στήθη τά Παρθενικά!
Πάναγνο γάλα τήν Ἀγάπη ἔτρεφε,
ὁ ἀγκαλοφορούμενος
ἔτερπε ψυχές, ἁμαρτωλές,
χαρίζοντας τῆς Μάνας Του τό χάδι.
Πῶς νά μή νιώσουμε,
τό γάλα Της νά τρέφει τόν καθένα;
Μητέρα τῆς κτίσης καί τοῦ Πλαστουργοῦ
κρατεῖ τήν ἴδια τή στιγμή
μαζί μέ μᾶς
τό Σύμπαν στήν Ποδιά Της.
[Πρώτη δημοσίευση στό ἠλεκτρονικό Φρέαρ. Ἡ εἰκόνα κάτω εἶναι τοῦ Gregorii Zhuravlev (1858- 1916), ἁγιογράφηση μέ τό στόμα.]