Ο ναύαρχος που σε κακοποιούσε
τα μωβ λουλούδια στους δρόμους που έψαχνα το τραγούδι σου
δεμένη με αλυσίδες από την οροφή του κρεβατιού περίμενες
την θάλασσα να κόψει τα πόδια σου
και να τα ταξιδέψει σαν καράβι ανήξερο
συγχώρεσες τον ναύαρχο καταπίνοντας το κακό του κόσμου σαν γάλα
σε κράτησα στο σπίτι αλητεύοντας για να σου βρω ένα πουλί
ένα λουλούδι, κέρματα, οτιδήποτε χρήσιμο για σένα
σεργιανώντας για δουλειές, καπνίζοντας σε σκεφτόμουν παραξενεμένος
που το βλέφαρο του κόσμου κοίταξε την ψυχή σου
που η φύση η τρελή έδεσε τέτοιο περιτύλιγμα
αγανακτώντας μέσα μου για την άγνοιά σου
κλωτσώντας σκουπίδια, καπνίζοντας, κλωτσώντας και καπνίζοντας
απαριθμούσα μπερδεμένος τα άστρα των μαθηματικών σου
παραμένεις μια παραφωνία της συμπαντικής μουσικής
μια στιγμή ξεκούρασης του εργοστασίου παραγωγής σκέψεων
και η σκέψη σου συνεχίζει σαν λαμπερή ευθεία στην νύχτα
σώζοντας την ερώτηση όλων μας.
Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr