frear

Αγωγή  πένθους – του Ζαχαρία Στουφή

Για το βιβλίο της Μαρίας Ζαγκλαρά Η καρδιά ήταν μόνο το πρόσχημα, εκδόσεις Κουκούτσι, 2018.

Το πρώτο βιβλίο της Μαρίας Ζαγκλαρά, είναι μία καθόλα ολοκληρωμένη ποιητική σύνθεση, με λόγο μεστό. Δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε τίποτα λιγότερο από μια ποιήτρια της ηλικίας της και του επιπέδου των σπουδών της (όπως η ίδια μας πληροφορεί στο βιογραφικό) Πρόκειται λοιπόν, για μια πρωτοεμφανιζόμενη ποιήτρια και όχι για μια νέα ποιήτρια. Τον διαχωρισμό αυτόν τον θεωρώ απαραίτητο, μιας και στην χώρα μας, νέοι ποιητές θεωρούνται αυτοί που είναι κάτω των 50 ετών. Επειδή διαφωνώ κάθετα με αυτό, θέλω να διευκρινίσω, ότι μια ποιήτρια 38 χρονών, δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται, ούτε αυτή, ούτε η γραφή της, χαρισματική, ταλαντούχα, πολλά υποσχόμενη, ελπιδοφόρα, πειραματική, κτλ. Ένας άνθρωπος σε αυτή την ηλικία, ή είναι ποιητής ή δεν είναι. Τους παραπάνω χαρακτηρισμούς, τους αποδίδουμε σε ποιητές που αν δεν είναι νεότατοι, είναι τουλάχιστον ατάλαντοι και κατ΄αυτον τον τρόπο, τους γλύφουμε και τους μειώνουμε ταυτόχρονα.

Περνώντας στο σώμα του βιβλίου θα δούμε μια καλαίσθητη έκδοση από τον Βασίλη Ζηλάκο (εκδότη του Κουκούτσι) σε επιμέλεια του πολύ έμπειρου ποιητή Κώστα Ριζάκη. Αποτελείται από τρείς ενότητες, την Γαλάζια περίοδο με 11 ποιήματα, την Ρόδινη περίοδο με 17 ποιήματα και την ενότητα Κυβισμός με 25 ποιήματα.

Η Γαλάζια περίοδος είναι η περίοδος του πένθους στην οποία καταγράφει σε ημερολογιακό θαρρείς χρόνο και βαθειά ευαισθησία το πένθος που προκαλεί η απώλεια του θανάτου. Από τα γραφόμενα προκύπτει ότι πρόκειται για τον θάνατο του πατέρα, ενώ την λεπτή αποτύπωση της πίκρας θα την χαρακτήριζα Λειβαδιτική. Στην εποχή μας οι νεκροί δεν μοιρολογούνται και αυτό είναι κάτι που δυσχεραίνει, τόσο την διαδικασία του πένθους, όσο και την αποπεράτωση του. Έτσι, θα μπορούσε αυτή η ενότητα, να αποτελεί και προσωπικό θρήνο, υπό την μορφή της λόγιας ποίησης. Αν αυτό συμβαίνει και στο βαθμό που συμβαίνει, είναι ένα σημαντικό εύρημα στην ποίηση της Μ. Ζαγκλαρά.

Τώρα που πια οι νεκροί δεν τραγουδιούνται και ο θάνατος στις μεγαλουπόλεις αποτελεί ταμπού, σε μια εποχή που ο καταναλωτισμός δεν επενδύει στον θάνατο, γιατί πολύ απλά ο νεκρός δεν είναι sexy, υπάρχουν άνθρωποι που συνεχίζουν να πενθούν. Η ποιήτριά μας επιμένει στο τελετουργικό πένθος• και τι πιο τελετουργικό από την ποίηση; Επειδή όμως η λόγια και πεζόμορφη ποιητική της Μ. Ζαγκλαρά δεν παραπέμπει στην μορφολογία του μοιρολογιού, καλύπτοντας ωστόσο  αυτήν την συναισθηματική ανάγκη, παρατηρώ, ότι, κάποια από τα ποιήματα της γαλάζιας περιόδου, ολόκληρα η αποσπασματικά, θα μπορούσε να έχουν τοποθετηθεί πάνω στον τάφο του προσφιλούς προσώπου. Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, αυτά τα ποιήματα θα ανήκαν σε ένα σύγχρονο είδος επιτύμβιου επιγράμματος «επιστολής προς το νεκρό» που έχει εμφανιστεί τις τελευταίες δεκαετίες στα ελληνικά νεκροταφεία. Το είδος αυτό καλύπτει την ανάγκη μιας μάταιης αλληλογραφίας από επιστολές που θα ήθελε ο εναπομείναντας να λάβει και να διαβάσει ο νεκρός του. Άλλες φορές, τέτοιου είδους επιγράμματα θα μπορούσαμε να τα παρομοιάσουμε με μικρούς επικήδειους που ποτέ δεν εκφωνήθηκαν.

Το βασικότερο εύρημα στην Γαλάζια περίοδο, είναι η θέση που έχει στο βιβλίο σε σχέση με τις άλλες δύο ενότητες.  Το γεγονός ότι μπαίνει ως πρώτη ενότητα είναι από μόνο του μια ανατροπή. Η λογική σειρά θα ήταν λ.χ. προσμονή του θανάτου, θάνατος και τέλος το πένθος, η ποιήτρια όμως ξεκινάει από το πένθος για να συνεχίσει στην δεύτερη ενότητα με την διαχείριση του πένθους και την αποδοχή της οριστικής απώλειας, για να καταλήξει στην Τρίτη ενότητα με την έξοδό της στον κόσμο που εκεί, ουσιαστικά θα μας συστήσει τον κόσμο, τον εαυτό της και την σχέση της με τον κόσμο, εξαρχής. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που τοποθετεί το πένθος ως αρχή αυτής της συλλογής. Ουσιαστικά το πένθος είναι μία μετά-τέλος ή μετά-θάνατον περίοδος που εδώ θα γίνει η αρχή με την έννοια της γέννησης (κυριολεκτικά της αναγέννησης). Όταν πενθούμε τον δικό μας άνθρωπο, ουσιαστικά πενθούμε και τον επερχόμενο θάνατό μας, το μόνο σίγουρο που κάποτε θα συμβεί. Τότε ξεκινάει η πραγματική ζωή, όταν η μνήμη του θανάτου μας ενεργοποιηθεί.

Στη Ρόδινη περίοδο η ποιήτρια θα διαπραγματευθεί την διαχείριση της οριστικής απώλειας. Είναι η περίοδος που μετά το πένθος την σκυτάλη παίρνει η λογική, προκειμένου να βάλει τα πράγματα στην θέση του. Σε αυτή την περίοδο – ενότητα, η διαχείριση της οριστικής απώλειας θα μπορούσε –και φαίνεται- να αφορά και την απώλεια του έρωτα, όχι μόνο τον θάνατο. Εδώ η Λειβαδιτική ευαισθησία αρχίζει να υποχωρεί και την θέση της παίρνει η σκληρή πραγματικότητα. Η αποδοχή των πραγμάτων ότι έτσι είναι, καλός ή κακός, επικρατεί. Συνεχίζεται το προσωπικό ύφος του πρώτου ενικού μα παράλληλα, και με  περισσότερο ρεαλισμό, απευθύνεται στο εκλιπών πρόσωπο. Ενώ είχε την ευκαιρία η ποιήτριά μας να κατασκευάσει τις απαντήσεις των «επιστολών» της, δημιουργώντας ενδιαφέροντες διαλόγους -όπως συμβαίνει από την εποχή του ρομαντισμού- δεν θα το κάνει, επιλέγοντας την ανόθευτη πραγματικότητα. Στο ίδιο πλαίσιο κατατάσσω και την επιλογή της να μην εκμεταλλευτεί τις δύο πρώτες ενότητες, προκειμένου να δημιουργήσει μυθολογικές καταστάσεις ανακούφισης του ψυχικού της κόσμου. Π.χ. θα μπορούσε ο νεκρός να επιστρέφει στον πάνω κόσμο ή η ποιήτρια να κατεβαίνει στον Άδη.

Μετά το πένθος και την εκλογικευμένη παραδοχή της απώλειας ο ανθρώπινος χαρακτήρας, έχει αναγεννηθεί και προφανώς έχει σκληρύνει. Με μια νέα οπτική, έναντι των ανθρώπων και των πραγμάτων θα συνεχίσει τη ζωή του, μα κυρίως, με μια νέα συνθήκη για τον ίδιο του τον εαυτό. Ξέρει ότι κάποτε θα πεθάνει. Μέσα από αυτή τη νέα οπτική θα ξαναγνωρίσει τον κόσμο, ακόμα και την πόλη που μεγάλωσε, ακόμα, θα ξανασυστηθεί και με τον ίδιο του τον εαυτό.

Στην Τρίτη ενότητα κυβισμός η Μ. Ζαγκλαρά, θα μας συστήσει το νέο της κόσμο της νέας της ζωής, κι εμείς οι προσεχτικοί αναγνώστες, θα αναγνωρίσουμε τον δικό μας εαυτό, τους δικούς μας φόβους και την δικιά μας πραγματικότητα. Τελικά, μετά από αυτές τις διαπιστώσεις, αυτό το βιβλίο μας λέει κάτι πολύ σπουδαίο! Μας λέει ότι κοινή μοίρα των ανθρώπων είναι η τραγωδία τους. Παρόλο που αυτό μοιάζει με κάτι χιλιοειπωμένο, θέλω να τονίσω πόσο εύστοχα το αποτυπώνει αυτό η ποιήτριά μας και πόσο αναγκαίο είναι να επισημαίνεται αυτό στην α-τραγική εποχή που ζούμε.

Η Μ. Ζαγκλαρά σε ολόκληρο το βιβλίο της, επικυρώνει των Καρυωτάκη. Σύγχρονος άνθρωπος, κλεισμένος στον εαυτό του, με το συλλογικό όραμα να απουσιάζει από την ποίηση της, όπως απουσιάζει από την ζωή όλων μας. Η ειδοποιός διαφορά με την εποχή της και την ποιητική γενιά της είναι ότι, αυτή την τραγική συνειδητοποίηση δεν την κάνει καταγγελτικό και θυμωμένο λόγο. Την χρησιμοποιεί για να εξερεύνηση τα βάθη της συνείδησής της και έτσι να εισέλθει στην αυτογνωσία. Πιστεύω βαθύτατα, ότι ο άνθρωπος του 21ου αιώνα, που είναι εγκλωβισμένος στον εαυτό του, αποκομμένος από κάθε ελπίδα, δίχως συλλογικό όραμα, μόνη του διέξοδο έχει την αυτογνωσία, όπου και πιθανότατα να αποδειχτεί η μεγαλύτερη επανάσταση του αιώνα που ξεκινάει.

Σαν υστερόγραφο

Μαρία, μετά το τελευταίο ποίημα του βιβλίου σου, στην επόμενη σελίδα (85) η οποία δεν αριθμείται, γράφεις: (Κανένα ποίημα δε με σημάδεψε τόσο, όσο αυτά που δεν έγραψα)

Μαρία, αυτά τα άγραφτα ποιήματα τα περιμένουμε.

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη