frear

Για τον “Άνθρωπο τανκ” του Γιώργου Λίλλη – γράφει η Διώνη Δημητριάδου

Ο άνθρωπος τανκ
του Γιώργου Λίλλη
εκδόσεις Θράκα

Με προβληματίζει συχνά η σύγχρονη ποίηση, όταν απροκάλυπτα αγνοεί τον κόσμο γύρω της, όταν αναλίσκεται σε στείρα ομφαλοσκόπηση και σε προσωπικές ανακατατάξεις, μάλλον αδιέξοδες, όταν μοιάζει να μη συνειδητοποιεί ότι νήματα σε ποικίλους σχηματισμούς δένουν μεταξύ τους τον έναν άνθρωπο, την ευτελή μονάδα, με τους άλλους, τους ξένους αλλά τόσο οικείους στα κοινά προβλήματα. Δεν υπαινίσσομαι εδώ την αναγκαιότητα του πολιτικού λόγου που παρεισφρέει στον στίχο, συχνά καταστρέφοντας την αυθεντικότητα και τη γνησιότητα της ποιητικής φωνής. Περισσότερο αναφέρομαι στον κοινωνικό χαρακτήρα του ποιητικού λόγου, αυτόν που ξεχωρίζει τον ποιητή/συμμέτοχο στον πόνο των άλλων. Και, πιστεύω ότι είναι ίδιον της καλής ποίησης να ανοίγεται στον αποδέκτη της και να τον κινητοποιεί να σκεφθεί, να νιώσει, να μιλήσει.

Με αυτό το πνεύμα διαβάζω την πρόσφατη ποιητική συλλογή του Γιώργου Λίλλη. Και από τον τίτλο αντιλαμβάνομαι πως εδώ ο λόγος πάει πιο πέρα από μια ενδοσκόπηση, η οποία φυσικά είναι και απαραίτητη και θεμιτή στην ποίηση, αλλά από μόνη της δεν αρκεί.

[…] τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου
δεν τα έφαγε η ξενιτιά
αλλά οι υποκλίσεις

Θα έλεγα ότι και μόνον η συμπερίληψη του ποιητή στους συνομήλικους είναι δηλωτική της σημασίας που έχει γι’ αυτόν η χρήση εδώ του πρώτου πληθυντικού προσώπου. Έτσι, ο ποιητής μιλά και εμπεριέχει ο λόγος του τον προβληματισμό των άλλων. Αλλά, ακόμα κι αν αυτοί οι άλλοι βρίσκονται εν υπνώσει και δεν κατανοούν τη θέση της υπόκλισης που δηλώνει ο στίχος, ο λόγος του ποιητή αναλαμβάνει να δείξει προς τη σωστή κατεύθυνση. Άλλωστε είναι αλήθεια ότι κάποια ασαφή (ίσως καλυμμένα τεχνηέντως) στοιχεία της πραγματικότητας ο ποιητικός λόγος συχνά τα ανασκάπτει και τα φέρνει στο φως. Φυσικά για όποιον μπορεί να θέσει σε λειτουργία και τις κεραίες της ευαισθησίας του αλλά και το μυαλό του.

Στο ομότιτλο της συλλογής ποίημα, Ο άνθρωπος τανκ/The tank man, ο Λίλλης στρέφει το βλέμμα μας, παρακινεί τη μνήμη μας να εστιάσει σ’ εκείνη την εμβληματική σκηνή από το μακρινό (;) 1989:

λίγο πριν το μεσημέρι, φορώντας ένα λευκό πουκάμισο
και κρατώντας μια σακούλα παντοπωλείου στα χέρια
στέκεται μπροστά σε μια σειρά από άρματα μάχης
στην πλατεία Τιεν Αν Μεν της Κίνας
«υψώνοντας τη γροθιά του μπροστά σε ένα Τανκ»
όπως έγραψε κάποτε ο Καμύ

το προηγούμενο βράδυ είχε προηγηθεί η εν ψυχρώ
δολοφονία χιλιάδων διαδηλωτών στην πλατεία
κι εκείνος: ένας σύγχρονος Δαυίδ ενάντια στον Γολιάθ
κανείς δεν έμαθε ποτέ το όνομά του

Απέναντι σε μια τέτοια ηχηρή ανωνυμία ο ποιητής έχει τον τρόπο να δώσει ο ίδιος όνομα σ’ αυτόν τον διαδηλωτή, που εκείνη την ώρα παίζει το κεφάλι του: ο άνθρωπος τανκ. Ο άνθρωπος-δύναμη, ο άνθρωπος-αξία, ο άνθρωπος-θυσία. Αυτός που περιγελά τη δύναμη της εξουσίας, κατασκευασμένη και κυρίαρχη, όμως τόσο μα τόσο αδύναμη μπροστά στον άνθρωπο που σκέφτεται και επιλέγει. Νομίζω πως εδώ εντοπίζεται όλο το νόημα της συλλογής αυτής. Η υπόθεση της επιλογής, η αυτόνομη και γεμάτη θάρρος αλλά και θράσος (απολύτως θετική η έννοια) επιλεκτική κίνηση που κάνει ο ελεύθερος άνθρωπος. Για ποιο λόγο; Μα, για να αποδείξει ότι κανένας περιορισμός ή εγκλεισμός δεν είναι ικανός να τον συντρίψει. Αυτό το μήνυμα της απελευθέρωσης θα το δούμε στα ποιήματα αυτά σε διάφορα σημεία, άλλοτε με σαφή λόγο και άλλοτε με τον εξαίσιο παραβολικό, που πιο καθαρά ακόμα μιλάει για τα δύσκολα και τα φοβερά.

Λυπάμαι τον παπαγάλο μου,
αυτό το περήφανο πουλί
στριμωγμένο στο κλουβί
να έχει ξεχάσει τα βροχερά
δάση του Αμαζονίου
και να προσπαθεί απελπισμένα
για μια φέτα πεπόνι
να μάθει να μιλά
την ανθρώπινη λαλιά.
[…]

Η συνήθεια, η ακόμα χειρότερη ενσωμάτωση, ο κίνδυνος όλα να σου φαίνονται φυσιολογικά ή και λογικά. Παραμονεύει ο κίνδυνος να γίνεις ένα με αυτό που αποστρέφεσαι, να θεωρείς πως όλα πάντα έτσι ήταν και θα είναι. Και να εγκλωβίζεσαι σε μηχανισμούς που σοφά επιλέγουν τους τρόπους της καθοδήγησής σου, ώστε ποτέ να μην ξυπνήσεις, ποτέ να μη φωνάξεις πως όλα αυτά ίσως και να αλλάζουν.

έχω μια χάρτινη σημαία
για τις πομπώδεις παρελάσεις
κι ένα σιδερωμένο κοστούμι
για τις ένδοξες κηδείες
ένα ξυράφι τυλιγμένο
σε μαντίλι λευκό για ώρα ανάγκης
και μια πλαστική κούκλα
για τα μοναχικά μου βράδια
έχω το πτυχίο μου
κορνιζαρισμένο στο σαλόνι
και απλήρωτους λογαριασμούς
με μαγνήτες στο ψυγείο
ένα άλμπουμ με παλιές
φωτογραφίες γυναικών
και μια τούρτα σοκολάτα
για τα τελευταία μου γενέθλια
έχω τη βέρα φυλαγμένη
σ’ ένα ξύλινο κουτάκι
κι ένα άπλυτο πιάτο στον νεροχύτη

μέσα μου
ένας μέθυσος
αντικομφορμιστής πίθηκος
με ξεσηκώνει
αλλά δεν έχει σημασία
δε θα τολμήσω
έτσι κι αλλιώς

Το πρώτο ενικό πρόσωπο καθόλου δεν αποσύρεται από το σύνολο, από τους άλλους πάσχοντες μέσα στη συνήθεια ανθρώπους. Είναι περισσότερο δηλωτικό της θέσης/άποψης του ποιητή, που οφείλει εδώ να μιλήσει προτάσσοντας τη δική του περίπτωση σαν δείγμα όλων των συναφών. Το «εγώ» του ποιητικού υποκειμένου είναι ένα μεταμφιεσμένο «εμείς».

Θα επιστρατεύσει αλλού την ειρωνεία (για παράδειγμα στον ευφυή τίτλο «Δημιουργική γραφή»), προκειμένου να δείξει τις πληγές του σημερινού κόσμου, που δίπλα μας βρίσκεται αθέατος ίσως για τους πελαγοδρομούντες ποιητές και λοιπούς της διανόησης, που τάχα δημιουργούν για να αποδείξουν μόνον τη δική τους ταπεινή αξία (στην καλύτερη φυσικά των περιπτώσεων). Θα απαριθμήσει σε ένα λιτό (όπως άλλωστε όλα του τα ποιήματα) τα θέματα που αναμένουν τον στιχουργημένο λόγο, επί ματαίω:

Ένα σονέτο γράψτε
για τις άδειες παιδικές χαρές
για τις μασέλες και τις πατερίτσες
[…]
για τρελάδικα και ανάποδους σταυρούς
[…]
για αδέσποτους ανθρώπους
για χωματερές και ορφανοτροφεία
[…]
για τον χαμηλοτάβανο ουρανό των υπογείων
[…]
Ένα σονέτο γράψτε

Σκέφτομαι και θαυμάζω πώς μέσα σε λίγους στίχους (23) αυτού του εξαιρετικού ποιήματος τα είπε όλα. Σκέφτομαι πώς μέσα σε μόλις 19 ποιήματα, σε 20 σελίδες αυτής της συλλογής, κατόρθωσε να δώσει τόσο καθαρά το στίγμα της ποίησής του ο Γιώργος Λίλλης. Θέμα επιλογής, φυσικά, και το τι θα γράψεις και το πώς θα το γράψεις. Και οι επιλογές δεν είναι τυχαίες. Όλα μετρούν, όλα. Πολύ περισσότερο εμπειρίες σαν κι αυτή που δηλώνεται στο τελευταίο και πιο προσωπικό ποίημα, με ένα «εγώ» σπαρακτικό να καταγράφει έναν κυριολεκτικό εγκλεισμό:

[…] Προαύλιο
Ακίνητος
Σεσημασμένος
Ακίνητος
Μόνος


[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη