[…Μια φορά και έναν καιρό, ένα κορίτσι στ’ ανθισμένα αδιέξοδα των είκοσί της χρόνων. Όλη της η ζωή τα Χαυτεία που φλέγονται και το τεράστιο ποτάμι. Απόψε γράφει την ιστορία της πόλης.
Με κατάμαυρους καταρράκτες, μ’ ωραίες γραμμές, ευγενικές ενός ανεπανάληπτου προσώπου. Είναι κάτι μέρες που ανακτά ακέραιη την όψη του πρώτου της έρωτα, λένε. Κάτι σαν το θαμπό πορτραίτο του βιβλίου λένε. Σ’ όλο το μήκος της οδού Αιόλου όλοι αγαπούν τ’ ωραίο και ελεύθερο βάδισμά της. Τις νύχτες γίνεται ιέρεια σ’ ακατοίκητους ορόφους, μια ερωμένη της πλάνης και του τίποτε.
Απόψε θα πεθάνει σαν κάθε νύχτα στη μοναξιά της Πατησίων. Ατέλειωτα κλικ, ποιήματα ατέλειωτες μορφές και μέρες. Έχει ένα πρόσωπο γυάλινο λένε και την περιμένουν με τα χέρια ανοιχτά.
Είσαι η υφαντή μου ζωγραφιά. Όσα θα λέω κάποτε στις ιστορίες μου θα σ’ έχουν ήρωα και θεό. Περνάς από μύθο σε μύθο μ’ έναν καλό άγγελο να σε συντρέχει. Μια νικημένη πίστη μες στις φωνές είναι ότι απέμεινε από σένα.
Σε θέλω σ’ άρρωστους καιρούς με τους καρπούς κομμένους μες στα ποιήματα να ζεις, να ζεις περισσότερο όπως καμία φορά και κανέναν καιρό. Όσα έζησες και όσα θυμάσαι είναι σκόρπιες αφηγήσεις, φωνές και γράμματα που παίρνουν οι θάλασσες. Πράγματα για τα οποία θα πρέπει κάποτε να με συγχωρέσεις…]
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο ένα τσίγκινο φεγγάρι άναψε στην οροφή του θεάτρου. Τα παιδιά του θιάσου εκτέλεσαν χαρούμενα μερικές απλές επιδείξεις. Έπειτα ο φωτισμός χαμήλωσε. Ένας άνδρας ντυμένος μ’ επίσημο ένδυμα, ένας απαράμιλλος πρωταγωνιστής φάνηκε στο μέσον της σκηνής. Απ’ τις τέσσερις πλευρές μας κατέκλυσε ένας ξέφρενος, ρωμαϊκός θίασος. Ίπποι, κορδέλες, φωνές, φιλιά. Άνθη. Όλοι χειροκροτούσαν όρθιοι, σχεδόν πανηγύριζαν καθώς εκείνη, η Μαρία του Χιονιού, περνούσε σαν ρεύμα εμπρός απ’ το τσίγκινο φεγγάρι. Και το ’κρυβε, το ’κρυβε λέγοντας τα λόγια της και μια μικρή προσευχή από λίθους πολύτιμους και ιδέες.
Όσοι βρέθηκαν εκείνη τη βραδιά στον κινηματογράφο Ρεάλε δεν λησμονούν ποτέ την ολοζώντανη φωνή και το φως γύρω της και το σώμα της σκεπασμένο με τριαντάφυλλα στο πλήρωμα του καιρού.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]