frear

H ύφανση της προσωπικής ταυτότητας – του Γιάννη Ντόσκα

Aν σκέφτομαι ή αν νιώθω, αγνοώ
Ποιος μέσα μου σκέφτεται ή νιώθει.
Είμαι μονάχα ο τόπος
Όπου νιώθουν ή σκέφτονται.
Έχω περισσότερες από μια ψυχές.
Υπάρχουν περισσότερα εγώ απ’ το ίδιο το εγώ μου.
Υπάρχω ωστόσο
Aδιάφορος για όλους,
Tους κάνω να σιωπούν: εγώ μιλάω.
Οι διασταυρούμενες παρορμήσεις
Όσων νιώθω ή δεν νιώθω
Πολεμούν μέσα σε αυτόν που είμαι.
Τις αγνοώ. Τίποτε δεν υπαγορεύουν
Σ’ αυτόν που γνωρίζω ότι είμαι: εγώ γράφω

Fernando Pessoa
(μτφρ.: Ανδρέας Παγουλάτος)

Οδηγώ στην πόλη. Η κίνηση είναι μεγάλη και το αυτοκίνητο δεν προχωρά πάνω από δύο μέτρα κάθε φορά. Δίπλα στο αυτοκίνητό μου, σταματά εκείνη με το δικό της. Την κοιτώ με επίμονη περιέργεια. Αλλάζω τον τρόπο που κάθομαι, τεντώνομαι ελαφρώς, προσπαθώ να την κοιτώ υπό γωνία, με ύφος μοιραίου και μυστηριώδη. Το έχω κάνει πολλές φορές πρόβα τούτο το ύφος τις ώρες που περνώ μπροστά από τον καθρέφτη όταν ξυρίζομαι. Παράξενη τριγωνική σχέση ταυτότητας: εγώ που κοιτώ εκείνη και φαντάζομαι ότι εκείνη βλέπει την εικόνα που έχω στη σκέψη μου μέσω του καθρέφτη.

robert-frank0015
Φωτογραφία: Robert Frank

Άραγε, θα ζούσα αυτή την τριγωνική προοπτική ταυτότητας αν δεν υπήρχαν καθρέφτες; Θα είχα τη δυνατότητα να φανταστώ το πρόσωπό μου ως τμήμα και εξωτερική αντανάκλαση αυτού που θα ένιωθα ότι είμαι; Είμαι, λοιπόν, εγώ το πρόσωπό μου; Σε έναν κόσμο χωρίς καθρέφτες, πιθανότατα θα κοιτούσα εκείνη μέσω μιας εσωτερικής περιγραφής «Είμαι μοιραίος και μυστηριώδης» ή μέσω της εικόνας κάποιων άλλων, με τους οποίους θα είχα την εντύπωση ότι μοιάζω.

Χαλαρώνω και προσπαθώ να θυμηθώ πώς ήμουν 20 χρόνια πριν. Κοιτώ φωτογραφίες και διαπιστώνω ότι έχω πολύ λίγα κοινά με οτιδήποτε έμοιαζα τότε. Συνειδητοποιώ ότι για κάποια ζητήματα έχω τελείως διαφορετική άποψη, ενώ για κάποια άλλα, δεν θυμάμαι καν αν τα είχα κατά νου. Σκέφτομαι ανθρώπους που γνώρισα πρόσφατα. Τι τους ξεχωρίζει στα μάτια μου; Από την άλλη, τι θα έλεγαν για μένα αν τους ρωτούσε κάποιος; Παρόλο που αντιλαμβανόμαστε δραστικές διαφοροποιήσεις σε εμάς και στους άλλους ανθρώπους, παραμένει η αίσθηση ότι υπάρχει μια συνέχειά μας μέσα στο χρόνο. Πού στηρίζεται αλήθεια τούτη η αίσθηση της σταθερής ταυτότητας; Κάτω υπό ποιες αναγκαίες και ικανές συνθήκες το άτομο που υπάρχει σε ένα συγκεκριμένο σημείο στο παρελθόν (t1) είναι ίδιο με το άτομο που υπάρχει σε μια άλλη μεταγενέστερη χρονική στιγμή (t2);

Παρατηρώντας εκείνη, αλλά και εμένα μέσα από τις σκέψεις μου, διακρίνω δύο διαφορετικές οπτικές προσέγγισης του ζητήματος της προσωπικής ταυτότητας: πρώτον, υπάρχει η αριθμητική και η ποιοτική διάσταση της ταυτότητας [1]. Παρόλο που υπάρχουν διαφοροποιήσεις των ποιοτικών χαρακτηριστικών, δεν παύει κάποιος να παραμένει αριθμητικά ο ίδιος, ως κάτι που παραμένει σταθερό μέσα στο χρόνο. Δεύτερον, η ανάλυση της προσωπικής ταυτότητας επηρεάζεται συχνά και από τη γωνία εξέτασης του θέματος: αλλιώς σκέφτεται κανείς το ζήτημα της ταυτότητας όταν έχει κατά νου τον ίδιο και αλλιώς όταν σκέφτεται κάποιον άλλον άνθρωπο. Στην πρώτη περίπτωση, συνήθως, δίνεται πρωταρχική έμφαση στα ψυχολογικά χαρακτηριστικά και τις επιθυμίες και στη δεύτερη, στα σωματικά κυρίως δεδομένα π.χ. τα χαρακτηριστικά του προσώπου.

Συνεχίζω να οδηγώ μέσα στην πόλη. Στο μυαλό μου φτιάχνονται σιγά και σταθερά εικόνες και περιγραφές: αναμνήσεις από το μέρος που μεγάλωσα, οι σπουδές και τα ταξίδια, μαζί και οι ανέκφραστοι θυμοί για πρόσωπα που είναι τώρα στη ζωή μου ή οι επιθυμίες που σιγοκαίνε κρυφά μέσα μου. Νιώθω ότι αυτή η εσωτερική ροή σκέψεων, συναισθημάτων και αναμνήσεων είναι η ταυτότητά μου. Αυτή η ροή με ξεχωρίζει από εκείνη και από όλο τον κόσμο! Είναι όμως έτσι;

contentsegment_16784232w1000_h0_r0_p0_s1_v1jpg
John Locke

Ο John Locke [2] θα υποστήριζε ότι είμαι στο σωστό δρόμο. Εξετάζοντας και αυτός το ζήτημα, κυρίως μέσα από την προοπτική του πρώτου προσώπου, δέχεται ότι η προσωπική ταυτότητα δομείται πάνω στην αίσθηση της ψυχολογικής συνέχειας (ως ένα είδος αυτοσυνειδησίας) και όχι σε κάποιο είδος σταθερής ουσίας, όπως το υλικό σώμα ή η ψυχή. Ο όρος-κλειδί στην προσέγγιση του Locke είναι η μνήμη. Ορίζει την προσωπική ταυτότητα ως όλη τη σειρά των γεγονότων της συνείδησης, η οποία απαρτίζεται από όλες τις αναμνήσεις που μπορούμε να θυμηθούμε. Βασική ιδέα πίσω από το επιχείρημα του Locke είναι η εξής: εφόσον είμαι σε θέση να θυμάμαι μια πράξη μου, τότε ήμουνα εγώ αυτός που τη διέπραξε. Αν δεν μπορώ να την ανακαλέσω, τότε δεν ήμουνα εγώ, αλλά κάποιος άλλος.

Είναι διάσημο το παρακάτω νοητικό πείραμα του Locke: υπάρχει ένας πρίγκιπας και ένας τσαγκάρης. Τι θα συμβεί αν μεταφέρουμε τις κωδικοποιημένες πληροφορίες του εγκεφάλου από το σώμα του τσαγκάρη στο σώμα του πρίγκιπα και το αντίστροφο; Τι αντίκτυπο θα έχει η μεταφορά στην ταυτότητά τους; Το σώμα του πρίγκιπα θα ξυπνήσει μεν στο παλάτι, αλλά ο πρίγκιπας θα νιώθει σαν τον τσαγκάρη. Κουβαλά πλέον όλες τις μνήμες του τσαγκάρη: καθημερινές συνήθειες, ικανότητες στην χρήση εργαλείων κ.ο.κ.. Αν ο τσαγκάρης είχε κάποτε κάνει ένα έγκλημα, τότε πρέπει να τιμωρηθεί το σώμα του πρίγκιπα που φέρει, πλέον, τη συνείδηση του τσαγκάρη! Ο Locke επιμένει: το σώμα δεν είναι το θεμελιώδες κριτήριο της προσωπικής ταυτότητας.

Η παραπάνω λοκιανή εκδοχή έχει σημαντικά πλεονεκτήματα. Πάνω στη βάση της μνημονικής αλυσίδας στηρίζονται σπουδαίες καθημερινές μας συνέχειες: η σταθερή κατανόηση του τι, πού και ποιος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας, η έννοια της δέσμευσης σε κάτι, η λειτουργία των υποσχέσεων κ.ο.κ. Από την άλλη, μου θυμίζει τη δυσκολία μου να δεχτώ τη σχέση που έχω με το βρέφος των φωτογραφιών του μαιευτηρίου που έχει το ίδιο όνομα με εμένα. Είμαι, λοιπόν, εγώ αυτό το βρέφος που φαίνεται να φτύνει το φαγητό και άλλοτε να κοιτά προς τον φωτογράφο με δυο τεράστια μάτια; Οι μνήμες μου δεν φτάνουν τόσο πίσω στο χρόνο. Χρειάζομαι τη βοήθεια τόσο της φωτογραφικής τεχνολογίας, όσο και τη μαρτυρία των ανθρώπων (π.χ. των γονέων) για να αποκτήσουν τα διάφορα γεγονότα ενότητα στη συνείδησή μου. Σκέφτομαι το εξής: το γεγονός ότι ο άνθρωπος ζητά επιβεβαίωση από τους άλλους, οφείλεται, εν μέρει, και σε τούτη την ατελή λειτουργία της μνήμης. Η κάλυψη αυτής της ατέλειας, ίσως, είναι και ένας από τους λόγους της μεγάλης αποδοχής των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που λειτουργούν ως ένα είδος εκτεινόμενης και παγιωμένης συνείδησης. Μα και η ψυχοθεραπευτική σχέση, δεν βασίζεται σε αφηγήσεις που δημιουργούν ψυχικούς χώρους επέκτασης του εαυτού;

thomas-reid-05
Thomas Reid

Κάποιοι φιλόσοφοι, όπως ο Thomas Reid [3], θεώρησαν ότι η προσέγγιση του Locke είναι προβληματική. Είναι, όντως, δύσκολο να δεχτούμε ότι η προσωπική ταυτότητα θα βασισθεί σε αυτό που ο Locke αποκαλούσε μνημονική συνείδηση, η οποία διαρκώς διαφοροποιείται και αλλάζει από στιγμή σε στιγμή. Ξέχασα, άρα δεν υπήρξα! Η νόσος Αλτσχάιμερ [4], για παράδειγμα, μας δείχνει ότι κάτι ουσιαστικό λείπει από τη θεωρία του Locke: κάποιος που πάσχει από αυτή τη νόσο έχει μνήμη εξασθενημένη. Ξεχνά, όχι μόνο την πιστωτική του κάρτα, αλλά δεν μπορεί επίσης να καταλάβει σε τι χρησιμεύει! Σε άλλες περιπτώσεις, άνθρωποι που πάσχουν από αυτή τη νόσο, επιτίθενται σε ανθρώπους που μένουν μαζί τους για πολλά χρόνια επειδή δεν τους αναγνωρίζουν. Όμως, η κοινή αίσθηση μάς επιβάλλει να δεχτούμε ότι το άτομο που πάσχει από Αλτσχάιμερ είναι σταθερά το ίδιο μέσα στον χρόνο, παρόλο που μπορεί να μην έχει σχεδόν καθόλου μνήμες.

Ξάφνου σταματώ σε ένα κόκκινο φανάρι και αυτομάτως σταμάτησαν και οι εσωτερικοί μου συνειρμοί. Σκέφτηκα πάλι εκείνη του διπλανού αυτοκινήτου. Τι γνώριζα για τη ζωή της και τις σκέψεις της; Απολύτως τίποτα! Ήταν μόνο σώμα. Αυτή δεν θα ήταν και η αυθόρμητη απόκριση πολλών ανθρώπων; Μήπως, τελικά, η προσωπική ταυτότητα βασίζεται στο σώμα, ως μια υλική ενότητα με συνέχεια μέσα στον χρόνο; Βασισμένος σε αυτή την αίσθηση, ο Eric. T. Olson [5] θεωρεί ότι η σωματική προσέγγιση είναι και η πλέον ενδεδειγμένη: πίσω από συνειδητές και ασυνείδητες διαστάσεις, από ηθικές επιλογές και διαθέσεις, υπάρχει ο ζωντανός οργανισμός, ως μια υλική ενότητα που διατηρείται μέσα από πολλές φάσεις αλλαγών. Η προσωπική ταυτότητα θεμελιώνεται στην εξής απλή φράση: είμαι ένα ζώο του είδους homo sapiens. Στην προσπάθειά του να δείξει ότι η ψυχολογική συνέχεια δεν μπορεί να είναι η βασική αρχή της προσωπικής ταυτότητα, ο Olson χρησιμοποιεί το επιχείρημα του σκεπτόμενου ζώου:

Πρόταση 1: Ό,τι τώρα κοιτά την οθόνη (και διαβάζει το άρθρο) είναι ένα ανθρώπινο ζώο.
Πρόταση 2: Το ανθρώπινο ζώο που κοιτά την οθόνη είναι σκεπτόμενο.
Πρόταση 3: Είσαι το σκεπτόμενο ον που κοιτά την οθόνη.
Συμπέρασμα: Το ανθρώπινο ζώο που κοιτά την οθόνη είσαι εσύ.

Τι θα μπορούσε να πει κανείς για το παραπάνω επιχείρημα;

Τι συμβαίνει με την πρόταση 2 του επιχειρήματος: μπορεί ένα ζώο να σκέφτεται; Αν όχι, τότε πόσες οντότητες βρίσκονται παρούσες να κοιτούν την οθόνη (η οντότητα ανθρώπινο ζώο και η οντότητα σκεπτόμενο ον); Ακόμη, γιατί να δεχτούμε την πρόταση 1; Πώς είναι δυνατόν για ένα ζώο να προβαίνει σε δράσεις ενός ελλόγου όντος π.χ. διάβασμα ενός άρθρου;

Παρόλο που είναι εφικτή η ιχνηλασιμότητα του ανθρώπινου σώματος ή του ανθρώπινου ζώου από την εμβρυακή κατάσταση έως τον θάνατο (π.χ. μέσω των δακτυλικών αποτυπωμάτων ή του DNA κ.τ.λ.), υπάρχει μια υλική μεταβλητότητα που μας κάνει να αντιμετωπίζουμε με καχυποψία τις διαφορετικές φάσεις των σωματικών διαφοροποιήσεων. Οι έρευνες του Σουηδού νευρολόγου Jinas Frisén [6] δείχνουν ότι μπορούμε, πλέον, να δεχτούμε στέρεους υπολογισμούς του χρόνου που χρειάζεται για την αναδημιουργία διαφόρων μερών του ανθρώπινου σώματος. Για παράδειγμα, η επένδυση του εντέρου αντικαθίσταται κάθε πέντε ημέρες, η εξωτερική πλευρά του δέρματος αντικαθίσταται κάθε δύο εβδομάδες και τα οστά κάθε δέκα χρόνια κ.ο.κ. Αν σε όλες αυτές τις φυσιολογικές διεργασίες, προσθέσουμε τις περιπτώσεις της μεταμόσχευσης οργάνων, της χρήση τεχνιτών μερών ή των νέων επιστημονικών προσεγγίσεων γύρω από το ζήτημα της κλωνοποίησης, τότε διαπιστώνουμε ότι το ίδιο μας το σώμα δομείται και επαναδημιουργείται διαρκώς. Τα μόνα μέρη του σώματός μας που παραμένουν αμετάβλητα, από τη στιγμή της γέννησής μας, είναι ο εγκεφαλικός και ο οπτικός φλοιός. Μπορεί, λοιπόν, κάποιος να πει ότι αναγνωρίζει ‒στην καθημερινότητά του‒ κάποιον άλλον άνθρωπο από τον εγκεφαλικό ή οπτικό φλοιό του (ή τα δακτυλικά αποτυπώματα ή το DNA);

Επομένως, τι μας μένει στην προσπάθειά μας να μιλήσουμε για τον τρόπο ύφανσης της προσωπικής ταυτότητας; Τόσο η λοκιανή προσέγγιση της ασώματης ψυχολογικής συνέχειας, όσο και η σωματική/βιολογική ‒άνευ ψυχολογίας‒ προσέγγιση, έχουν από μόνες τους σοβαρά προβλήματα. Επιπροσθέτως, κάποιοι νευροεπιστήμονες, καθώς και φιλόσοφοι όπως ο Hume, μας αποθαρρύνουν στην προσπάθειά μας να μιλήσουμε για θεμελίωση του εαυτού πάνω στην οποία θα μπορούσε να εδραιωθεί η ταυτότητα.

gottfried-helnwein
Φωτογραφία: Gottfried Helnwein

Για παράδειγμα, στον χώρο της νευροεπιστήμης γίνεται, από πολλούς, αποδεκτή η ιδέα ότι η έννοια του εαυτού είναι μια ψευδαίσθηση [7]. Κοιτώντας κανείς μέσα στον εγκέφαλο, δεν θα δει νευρώνες να αναφέρονται σε κάτι που να είναι ο εαυτός (ή αλλιώς το «εγώ»). Υπάρχουν εκατομμύρια νευρώνες, οργανωμένοι σε πολλά κέντρα με πολλαπλές συνδέσεις, υπάρχουν συστήματα εισροών και εκροών πληροφοριών, αλλά πουθενά δεν υπάρχει κάποια νευρωνική δραστηριότητα που να έχει οργανωθεί σε κάτι που θα μπορούσε να είναι ο εαυτός, με συστήματα εισροών που να αντιπροσωπεύουν τις εμπειρίες μας ή συστήματα εκροών που να θεωρούνται το θεμέλιο των δράσεων μας στο κόσμο. Άρα, εφόσον η έννοια του εαυτού είναι μια ψευδαίσθηση, τότε και η αίσθησή μας ότι είμαστε παράγοντες που αποφασίζουν και δρουν είναι επίσης μια ψευδαίσθηση [8]! Όμως, από τη στιγμή που η έρευνα εστιάζεται σε απομονωμένα νευρωνικά συστήματα και η έννοια της ταυτότητας ανάγεται στα μικροσυστήματα του εγκεφάλου, δεν είναι και απολύτως φυσιολογικό να χάνεται κάθε κοινή αίσθηση στην προσέγγιση του επίμαχου ζητήματος;

Σχετικά με το ζήτημα του εαυτού, ο Hume [9] τονίζει ότι δεν μπορούμε να παρατηρήσουμε το «εγώ» μέσω ενδοσκόπησης. Παρατηρούμε μόνο τις αντιλήψεις και τα συναισθήματά μας (π.χ. αίσθηση κρύου, θυμός), ποτέ όμως τον κάτοχο αυτών των ιδιοτήτων. Αφού ο εαυτός δεν υπάρχει ως ανεξάρτητη εντύπωση στο νου, άρα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την ύπαρξη ή τη μη ύπαρξή του.

Είναι, όμως, πράγματι έτσι; Σκέφτομαι ότι η θέση του Hume είναι προβληματική. Όταν βλέπω κάποιον άνθρωπο να εκφράζει μια συμπεριφορά, εκτός από το γεγονός ότι συνειδητοποιώ τη συμπεριφορά αυτού του ανθρώπου, έχω και κάποιου είδους συνείδηση ότι αυτή η εμπειρία είναι δική μου και όχι μια εμπειρία της ανθρωπότητας εν γένει. Ο ίδιος ο γράφων, διαπιστώνει ότι η γραφή αυτού του άρθρου με προϋποθέτει ως ύπαρξη. Βιώνω μια πρωτογενή ροή δεδομένων και εμπειριών, χρησιμοποιώ εργαλεία (γλώσσα) και προσπαθώ να προβώ σε πράξεις και έργα που κάνουν νόημα στην ίδια την κοινότητα και με εκφράζουν με έναν τρόπο ιδιαίτερο. Ο κάθε ένας από εμάς, επηρεαζόμενος από συγκεκριμένες συνθήκες διαμόρφωσης, προβαίνει σε διαφορετικές δράσεις και εκφράζει διαφορετικές ηθικές και αισθητικές συμπεριφορές. Παρόμοιο πρόβλημα έχει και η προσέγγιση του Locke: το γεγονός ότι οι μνήμες είναι δικές μου, προϋποθέτει παρά εδραιώνει την εαυτότητά μου.

Υπάρχει η εξής πρόκληση: πρέπει να εντοπιστεί ένας ορισμός της προσωπικής ταυτότητας που να μη βασίζεται μονόπλευρα σε κάποιο από τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά και που παράλληλα εκφράζει το εδώ και τώρα της ύπαρξης, καθώς και την αίσθηση της συνέχειας μέσα στο χρόνο. Τι θα μπορούσε να λεχθεί;

Σκέφτομαι ξανά εκείνη. Μέσα από πόσες φάσεις μεταμόρφωσης πέρασε για να βρεθεί εμπρός μου και να οδηγεί το αυτοκίνητό της; Είναι de facto ένα σώμα, ναι, ένα σώμα του είδους «άνθρωπος». Είναι αυτό το δεδομένο αρκετό για να μιλήσει κανείς για ταυτότητα; Σίγουρα όχι. Όσο όμως την παρατηρώ, δεν παύει να υπάρχει και ένα νόημα που καλύπτει το σώμα της και το ξεπερνά. Ο τρόπος που οδηγεί, η αδιαφορία με την οποία πετά το τσιγάρο της έξω από το αυτοκίνητο, το ντύσιμό της, η στάση του σώματος και ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο υποθέτω ότι κινείται μέσα σε διαφορετικά σύνολα ανθρώπων.

Ο κάθε άνθρωπος είναι ένα σώμα που αλλάζει με πολλούς τρόπους μέσα στο χρόνο. Ακόμα και το πρόσωπό του αλλάζει σε τέτοιο βαθμό, που γίνεται δύσκολο για τους ανθρώπους που δεν έχουν μαζί του σχέσεις συχνών και οικείων επαφών, να τον αναγνωρίσουν. Αυτό συμβαίνει γιατί ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε κάποιον άνθρωπο έρχεται μέσα από έναν πολυμορφικό ορίζοντα μη ολοκληρωμένων λήψεων της πραγματικής του εικόνας, δηλαδή κάθε ματιά προς αυτόν χρειάζεται και μια δεύτερη για να δημιουργηθεί μια πιο ολοκληρωμένη και βέβαιη εικόνα. Με αυτόν τον τρόπο, η προσωπική ταυτότητα ενός ανθρώπου διαμορφώνεται διαρκώς πάνω στη βάση του ιστού του δικτύου των ανθρώπων με τους οποίους αλληλεπιδρά: οικογένεια, συνάδελφοι, γείτονες, αναγνώστες κ.ο.κ. Τον επιβεβαιώνει, με κάποιο τρόπο, η μαρτυρία των άλλων και, όπως είδαμε παραπάνω, η ίδια η μαρτυρία τους δίνει έκταση στην αυτοσυνειδησία του. Αυτό το δούναι και λαβείν, άλλωστε, δεν ξεκινά από τη βρεφική ηλικία; Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο ανήμπορος και απόλυτα εξαρτημένος από τις εξωτερικές του αναφορές (βλέπε γονείς και κοινωνικούς θεσμούς) και σταδιακά αρχίζει να δημιουργεί τον δικό του χώρο, τη δική του εαυτότητα. Η αντίληψη του κάθε ανθρώπου για τον εαυτό του και τον κόσμο διαμορφώνεται, κυρίως, στο σημείο συνάντησης των επιθυμιών και των φόβων του και των προσταγών και σχημάτων που επιβάλλονται από τους ανθρώπους με τους οποίους αλληλεπιδρά.

paul_ricoeur_2__c__louis_monier
Paul Ricoeur

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχουν διάφορες ποιότητες που υφαίνουν την προσωπική ταυτότητα. Σκέφτομαι τον τρόπο που ο Paul Ricoeur ερμηνεύει την αγωνία του Ulrich στο μυθιστόρημα Ο Άνθρωπος χωρίς Ιδιότητες [10]. Ο Ulrich εγκαταλείπει όλες τις κοινωνικές του δραστηριότητες (π.χ. εργασία, σκοπούς, κοινωνικές δεσμεύσεις κ.ο.κ.) και στο τέλος κανένας ‒ακόμη και ο ίδιος‒ δεν μπορεί να τον αναγνωρίσει. Παρόλο που βρίσκεται σε τούτη τη συρρικνωμένη επιβιωτική συνθήκη, μένει πάραυτα ικανός να παρατηρεί τους άλλους. Υπολογίζει, με εξαιρετική ακρίβεια, μια λίστα πιθανών ταυτοτήτων που μας διαπερνά όλους: επαγγελματική, εθνική, αστική, ταξική, θρησκευτική, γεωγραφική, σεξουαλική, συνειδητή, ασυνείδητη, ιδιωτική και προσθέτει ότι υπάρχει και μια τελευταία, η οποία αποτελείται από ένα ‒υπό αξιοποίηση‒ φανταστικό πεδίο. Η αυτοσυνειδησία βασίζεται πάνω στην τελευταία ιδιότητα και είναι αυτή που επιτρέπει στον άνθρωπο να κατανοεί ότι, ναι μεν δίνεται σε διάφορους ρόλους, παράλληλα, όμως, μπορεί να είναι και σε απόσταση από αυτούς. Ίσως, αυτός ο φανταστικός χώρος ‒ο τόπος της μη ταυτότητας‒ να είναι και το βασίλειο του εαυτού που τον ξεχωρίζει από τη διάσταση της προσωπικής ταυτότητας. Ο εαυτός, τελικά, μπορεί να επιμένει ακόμα και αν η προσωπική ταυτότητα έχει χαθεί!

Φαίνεται, λοιπόν, ότι η προσωπική ταυτότητα είναι μια κοινωνική κατασκευή/μορφή: είναι ένας τόπος συνάντησης θεμελιωδών εσωτερικών δυναμικών και τελικών μορφών/σχημάτων αναγνωρίσιμων μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο. Γι’ αυτό και η κατανόηση του εαυτού, όσο και των άλλων υποκειμένων, πλαταίνει μόνο όταν προβάλλεται το δυνάμει του καθενός μέσα σε ενεργεία με τη μορφή ταυτότητας. Και εδώ συμβαίνει κάτι φαινομενικά παράδοξο: τα σύμβολα ή ίχνη των ενεργειών μας, δηλαδή του κοινωνικού εαυτού μας, δίνουν λαβή στην κατανόηση της υποκειμενικής και βιωματικής διάστασής μας. Από την άλλη, ο μονόπλευρος προσδιορισμός του εαυτού μας, για παράδειγμα όταν μας καθορίζει αποκλειστικά ο επαγγελματικός μας ρόλος, επιφέρει αναπόφευκτα ένα δυσάρεστο αίσθημα αποκλεισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι οι διαταραχές προσωπικότητας βασίζονται, κυρίως, στις δυσκολίες και ανεπάρκειες που έχει ένας άνθρωπος να προσδιορισθεί μέσα στο πλαίσιο των διαπροσωπικών σχέσεων και στις δυσκολίες να δει καθαρά το στίγμα της ευθύνης και θέσης του μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον.

Η προσωπική ταυτότητα είναι η μορφή πέρα από την αίσθηση του «είμαι» ή των θεμελιωδών δυναμικών του εαυτού. Είναι το άλμα πάνω από τη φύση. Δεν αρκεί απλά να «είμαι», οφείλω και να είμαι κάτι ή κάποιος. Είναι μία διαρκής έξοδος από τον εαυτό μέσω ενός διαρκούς επαναπροσδιορισμού του τι και ποιος είμαι σε σχέση με τους άλλους. Αυτό είναι, εν μέρει, τυραννία, αλλά και λύτρωση. Τυραννία καθώς η ταυτότητα μπορεί να είναι έξωθεν επιβολή που δεν λαμβάνει υπόψη τις βαθύτερες επιθυμίες μου. Μπορεί, επίσης, να έχει τυραννικό χαρακτήρα από τη στιγμή που μετατρέπεται σε μια επαναλαμβανόμενη και δύσκαμπτη συνθήκη ζωής. Από την άλλη, ο λυτρωτικός χαρακτήρας της ταυτότητας έγκειται στο εξής, απλό, προαναφερθέν γεγονός: ο εαυτός μου συνεχίζει να υπάρχει ακόμη και αν η προσωπική ταυτότητα έχει καταρρεύσει. Η μη ταυτότητα δεν σημαίνει μόνο προσωρινή απουσία νοήματος, αλλά μπορεί να βιωθεί και ως δημιουργική απόσυρση και κατανόηση των θεμελιωδών ορίων του εαυτού. Είναι στις φάσεις της μη ταυτότητας που οι άνθρωποι συνειδητοποιούν τις δυνάμεις τους και τη δυνατότητά τους να ζουν δημιουργικά ως παραγωγοί νοήματος.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Conee, Earl Brink, and Theodore Sider (2005) Riddles of existence: a guided tour of metaphysics, Oxford: Clarendon.

2. Peter Nidditch (ed.) (1975) John Locke: An Essay Concerning Human Understanding, Book II, Oxford University Press; The Clarendon Edition of the Works of John Locke.

3. Thomas Reid (1785), Essays on the Intellectual Powers of Man. Essay Three: Of Memory.

4. «Memory loss is the precursor of a condition known as dementia. Alzheimer’s disease attacks the hippocampus, affecting short-term and spacial memories and the establishment of new memories. As the condition worsens, more memory areas are affected. Semantic Dementia first attacks the temporal lobe, where semantic memories are stored. Thus, this type of memory loss targets factual memory rather than personal recollections.» (Rita Carter (1998), Mapping the Mind. University of California Press).

5. Eric Olson (1997), The Human Animal: Personal Identity without Psychology, Oxford University Press.

6. Spalding, K., Bhardwaj, R., Buchholz, B., Druid, H. and Frisén, J. (2005). Retrospective birth dating of cells in humans, Cell, 122:133-143.

7. Rita Carter (1998), Mapping the Mind. University of California Press.

8. «… humans are automata who have developed an illusion of self-determination as a way to keep themselves from committing suicide.» (Rita Carter (1998), Mapping the Mind, University of California Press).

9. David Hume (2007), An Enquiry Concerning Human Understanding, edited by Peter Millican, Oxford University Press

10. Paul Ricoeur (1992), Oneself as Another, trans. Kathleen Blamey. Chicago: University of Chicago Press

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Ronald Β. Κitaj.]

536141_472676496100167_393316525_n

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη